28ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΠΟΕ-ΔΟΥ

29 synedrio poy doy

Η ΔΑΚΕ ΠΡΩΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΚΑΙ ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΑ!!!

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΚΛΟΓΩΝ

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΔΑΚΕ

 

ΕΚΛΟΓΕΣ ΥΠΗΡEΣΙAΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ 2021

ΨΗΦΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΕΜΠΤΗ 14/10 ΔΑΚΕ ΕΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ Β΄ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΑΑΔΕ

dake yphresiaka aade 2021

ΔΙΝΟΥΜΕ ΤΗ ΜΑΧΗ ΔΙΠΛΑ ΣΤΟΝ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟ ΜΕ ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ, ΥΠΕΥΘΥΝΟΤΗΤΑ & ΣΟΒΑΡΟΤΗΤΑ.

ΨΗΦΙΖΟΥΜΕ ΔΑΚΕ ΕΦΟΡΙΑΚΩΝ

                                                

ΕΚΛΟΓΕΣ ΥΠΗΡEΣΙAΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ 2018

ΜΕΓΑΛΗ ΝΙΚΗ ΚΑΙ ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΑ!!!!! H ΔΑΚΕ ΠΡΩΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΣΤΟ Β΄ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΑΑΔΕ

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΑΠΟΤΕΛEΣΜΑΤΑ

                                                 

27ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΠΟΕ-ΔΟΥ

27o synedrio POE DOY 1

Η ΔΑΚΕ ΠΡΩΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΚΑΙ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ!!!

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΚΛΟΓΩΝ

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΔΑΚΕ

Συνεντεύξεις

koupkas michalis DETH 2018 3

 Μιχάλης  Κούπκας:       "Θέσαμε τα   προβλήματά μας για πολλοστή φορά στην 4ωρη συνάντηση με τον Πρωθυπουργό"

Michalis koupkas synenteyxh TV100 15.02.2018 1

 Μιχάλης  Κούπκας:      "Είμαστε κάθετα    αντίθετοι στις συγχωνεύσεις των εφοριών και στους e-πλειστηριασμούς."

synenteyxh mixalh koupka sth dhmokratia 1

 Μιχάλης  Κούπκας: "Η   φορολογική   νομοθεσία είναι ένας λαβύρινθος!!!"

rena yfanth ston antena gia tis epitheseis 1

 Ρένα Υφαντή:  "Ζητάμε νομική  κάλυψη και τη  παραδειγματική τιμωρία των δραστών"

athina 984 mixalhs koupkas 1

 Μιχάλης  Κούπκας:  "Απαιτούμε από το Υπ. Οικ. και την Α.Α.Δ.Ε. εδώ και 2,5 χρόνια νομική θωράκιση και αυστηροποίηση ποινικού πλαισίου"

dionyshs georgiopoylos on line skai 2

 Διονύσης  Γεωργιόπουλος:  "Η πολιτεία  οφείλει να μας προστατέψει για να κάνουμε απρόσκοπτα τη δουλειά μας, πριν θρηνήσουμε θύματα."

mixalis koupkas sto SKAI gia thn pyrobolismoys kata eforiakwn sto Bolo 1 Μιχάλης  Κούπκας:  "Δεν αρκούν  οι υποσχέσεις και τα λόγια, όταν βγαίνουν τα όπλα. Απαιτούμε από το Υπ. Οικ. και την Α.Α.Δ.Ε. λήψη μέτρων εδώ και τώρα."

mpamphs kaoykis 4

 Μπάμπης  Καούκης: "Σε  κατάσταση  φρενίτιδας οι εφοριακοί υπάλληλοι"

mixalis koupkas aoploi sth maxh ths forodiafyghs

 Μιχάλης  Κούπκας: "Οι  εφοριακοί  βγαίνουν για θερινό σαφάρι χωρίς καν χρήματα για τις βενζίνες, άοπλοι στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής"

Rena Yfanth diamartyria gia misthologikh exomoish 1

 Ρένα Υφαντή:  "Η ανοχή μας  έχει τελειώσει.  Απαιτούμε από τον Υπουργό Οικονομικών κ. Τσακαλώτο και τον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. τη μισθολογική εξομοίωση ΟΛΩΝ των συναδέλφων"

mixalhs koupkas tv100 synenteyxh gia prophlakismoys 1 Μιχάλης  Κούπκας: "Τι  άλλο πρέπει  να συμβεί για να προστατέψει επιτέλους η πολιτική ηγεσία του Υπ.Οικ. και ο Διοικητής της Α.Α.Δ.Ε. τους υπαλλήλους που έχουν ριχθεί στη μάχη ενάντια στη φοροδιαφυγή χωρίς όπλα και παντελώς απροστάτευτοι"

Mixalhs Koupkas Tax Forum 2016 2

 Μιχάλης  Κούπκας: "Αν  είχε εφαρμοστεί  το μέτρο του πλαστικού χρήματος δεν θα χρειαζόταν να ψηφιστεί το συμπληρωματικό μνημόνιο και ο δημοσιονομικός κόφτης"

tragkas georgiopoylos 3 Διονύσης  Γεωργιόπουλος  "H φοροδοτική  ικανότητα των Ελλήνων έχει εξαντληθεί από την υπερφορολόγηση"

 zdfΜιχάλης  Κούπκας: "Η  φοροδιαφυγή  διαθέτει ένα πυρηνικό οπλοστάσιο και εμείς προσπαθούμε να την κυνηγήσουμε με σφεντόνες"

 Περισσότερα...

30/03/2016

Forologikos elegxos

Στο άρθρο αυτό γίνεται μια προσπάθεια αποκρυπτογράφησης των σχετικών διατάξεων του Κ.Φ.Ε. (Ν.4172/2013) σχετικά με τις προϋποθέσεις έκπτωσης από τα έσοδα των δαπανών όπως αναφέρονται στο άρθρο 22 του Κ.Φ.Ε.

Με τις διατάξεις του άρθρου 22 του Ν. 4172/2013, ορίζονται οι προϋποθέσεις προκειμένου οι επιχειρηματικές δαπάνες, εκτός από εκείνες που περιοριστικά αναφέρονται στο άρθρο 23 του Κ.Φ.Ε., να εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα μιας επιχείρησης.

Οι προϋποθέσεις αυτές είναι οι εξής:

α) Οι δαπάνες να πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της. Δηλαδή οι δαπάνες να κρίνονται απαραίτητες από τον επιχειρηματία ή τη διοίκηση της επιχείρησης για την επίτευξη του επιχειρηματικού σκοπού, την ανάπτυξη των εργασιών, τη βελτίωση της θέσης της στην αγορά, εφόσον αυτή ενεργείται μέσα στα πλαίσια της συνήθους οικονομικής δραστηριότητας της και συμβάλλει στη δημιουργία φορολογητέου εισοδήματος.

Εδώ παρατηρούμε ότι η έννοια της παραγωγικότητας μιας δαπάνης που υπήρχε στον προηγούμενο Κ.Φ.Ε. (Ν. 2238/1994) αντικαταστάθηκε από την έννοια του συμφέροντος της επιχείρησης. Μία έννοια η οποία δημιουργεί πολλά προβλήματα στον προσδιορισμό της, λόγω της υποκειμενικής αντιμετώπισης και ερμηνείας της από τον κάθε εμπλεκόμενο (επιχειρηματία - λογιστή - ελεγκτή).

Ο νομοθέτης ίσως δεν θέλησε να δώσει έναν σαφή προσδιορισμό για το χαρακτηρισμό της δαπάνης ως προσωπικής, επιτρέποντας έτσι στον φορολογούμενο να κρίνει ο ίδιος, κατά περίπτωση, πότε είναι προς το συμφέρον της επιχείρησης και πότε προσωπική. Επίσης δίνει και τη δυνατότητα σε έναν ενδεχόμενο φορολογικό έλεγχο να αμφισβητήσει και να απορρίψει όσες δαπάνες κρίνει ότι αφορούν τις προσωπικές ανάγκες του επιτηδευματία και όχι την ίδια την επιχείρηση.

Κατά τη γνώμη μου, η έννοια της παραγωγικότητας εμπεριέχεται στην έννοια του συμφέροντος της επιχείρησης, έννοια η οποία είναι μείζων και έτσι οι αποφάσεις του ΣτΕ οι οποίες αφορούν στην παραγωγικότητα ή μη μιας δαπάνης, πρέπει να θεωρήσουμε ότι ισχύουν ως προς την ουσία τους και μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως εργαλείο για την ερμηνεία της έννοιας του συμφέροντος της επιχείρησης και συνεπώς της δαπάνης ως εκπεστέας.

Επίσης πρέπει να ληφθεί υπόψη και η απόφαση του ΣτΕ (3735/1988) όπου έκρινε ότι «δεν μπορεί η φορολογική αρχή και τα διοικητικά δικαστήρια να ελέγχουν τη σκοπιμότητα και το προσήκον μέτρο των δαπανών των επιχειρήσεων».

Σημειώνω δε ότι, η διαζευκτική ευχέρεια που παρέχεται στο εδάφιο του άρθρου 22 του Ν. 4172/2013 «Οι δαπάνες να πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της» δημιουργεί προβλήματα ερμηνείας.

β) Οι δαπάνες να αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, με βάση τα στοιχεία που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση.

Ο νομοθέτης αναφέρεται στην εικονικότητα της συναλλαγής και στην αξία της, η οποία δεν πρέπει να θεωρείται υποτιμολογημένη ή υπερτιμολογημένη με βάση τα συγκριτικά στοιχεία που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση.

Η διατύπωση όμως αυτής της προϋπόθεσης, δημιουργεί εύλογα ερωτήματα κυρίως κατά την διενέργεια του φορολογικού ελέγχου των επιχειρήσεων από Ορκωτούς Ελεγκτές Λογιστές. Συγκεκριμένα:

-Έχουν οι ελεγκτές στη διάθεσή τους τα στοιχεία που έχει η φορολογική διοίκηση, για να κρίνουν το ύψος των δαπανών κατά περίπτωση;

-Όταν μία επιχείρηση κατορθώσει να επιτύχει, λόγω των ειδικών οικονομικών συνθηκών, μειωμένες αμοιβές και δαπάνες λόγω κάποιας έκπτωσης, αυτό μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν είναι εκπεστέα δαπάνη ως κατώτερη από την αγοραία;

Ίσως έπρεπε ο νομοθέτης να σταματήσει την πρόταση στην λέξη «αγοραίας» και να μην συνεχίσει περαιτέρω αφού το μόνο που κάνει είναι να δημιουργήσει σύγχυση.

γ)Οι δαπάνες να εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.

Η προϋπόθεση της καταχώρισης των δαπανών στα βιβλία της επιχείρησης αναφέρεται στην αδυναμία της έκπτωσης, από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, δαπάνης η οποία να προσδιορίζεται εξωλογιστικά, εκτός από τις περιπτώσεις δαπανών για τις οποίες ο παρών Κώδικας ορίζει το αντίθετο (άρθρο 22Α του παρόντος Κώδικα).

Όσον αφορά στην προϋπόθεση, οι δαπάνες να καλύπτονται με κατάλληλα δικαιολογητικά, νοείται ότι αυτές θα πρέπει να στηρίζονται σε στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (παράγραφος 3 άρθρου 2 του Κ.Φ.Α.Σ.) και τα Ε.Λ.Π.

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ – ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ

Λόγω των ραγδαίων αλλαγών στη φορολογική νομοθεσία, θα πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή κατά τη χρήση των σχετικών αποφάσεων της Διοίκησης και των Δικαστηρίων, οι οποίες, πολλές φορές κρίνουν με βάση την προϊσχύσασα νομοθεσία, (και όχι με την τρέχουσα Νομοθεσία), λόγω καθυστέρησης στη εκδίκαση των υποθέσεων.

Επισημαίνεται ότι κατά ρητή διατύπωση της παρ. 26 του άρθρου 72 του Ν. 4172/2013 ορίζεται ότι: «Από την έναρξη ισχύος του ν. 4172/2013 παύουν να ισχύουν οι διατάξεις του ν. 2238/1994 (Α’151), συμπεριλαμβανομένων και όλων των κανονιστικών πράξεων και εγκυκλίων που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση αυτού του νόμου».

Οι δικαστικές αποφάσεις για την ερμηνεία των νόμων σε προηγούμενα έτη, δεν μπορούν, να αποτελέσουν σε κάθε περίπτωση εργαλείο για τη διαχρονική ερμηνεία των φορολογικών διατάξεων.

Βεβαίως, το σκεπτικό που περιέχεται στις δικαστικές αποφάσεις είναι δυνατόν να δίδει λύσεις και σε νέα προβλήματα και θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ακόμη και σήμερα. Όμως δεν πρέπει εκ των προτέρων να θεωρείται μια δικαστική απόφαση ως δεδικασμένο, όταν το θέμα που εξέτασε το Δικαστήριο έχει επιλυθεί με άλλη νομική βάση, ακόμα και αν αναφέρεται στο ίδιο ή σε παρεμφερές πραγματικό γεγονός, εφόσον εν τω μεταξύ η φορολογική νομοθεσία έχει τροποποιηθεί.

Ας δούμε όμως την έννοια της νομολογίας και την ισχύ που αυτή έχει.

Με τον όρο Νομολογία εννοούμε τις αποφάσεις των Δικαστηρίων και η ερμηνεία που αυτά έχουν προσδώσει στους νόμους. Αρμόδια για την εκδίκαση φορολογικών υποθέσεων είναι τα Διοικητικά Δικαστήρια (Διοικητικό πρωτοδικείο, Διοικητικό Εφετείο και το Συμβούλιο της Επικρατείας), στη νομολογία των οποίων κυρίως προστρέχουμε για την ερμηνεία των νόμων. Ασφαλώς, είναι δυνατόν να εκδοθούν σχετικές αποφάσεις και από άλλα Δικαστήρια (Άρειος Πάγος ή Ελεγκτικό Συνέδριο), τα οποία, παρεμπιπτόντως, έχουν κρίνει και την φορολογική πλευρά μιας υπόθεσης, είναι όμως σπάνιες τέτοιες αποφάσεις.

Η Νομολογία δεν αποτελεί άμεση πηγή δικαίου αλλά ούτε και συντελεί στη διαμόρφωση δικαίου, μπορεί όμως να θεωρηθεί ως έμμεση πηγή δικαίου. Κατά την δικαιική παράδοση της Ελλάδας, η νομολογία δεν είναι υποχρεωτικής εφαρμογής ούτε από τα υπόλοιπα Δικαστήρια, τα οποία μπορούν να κρίνουν διαφορετικά, κατά την κρίση του εκάστοτε Δικαστή, ο οποίος υπόκειται στη συνείδησή του στο Σύνταγμα και τους νόμους.

Σημειώνουμε όμως ότι με τον ορυμαγδό της νομοθεσίας των τελευταίων χρόνων και προκειμένου να μειωθούν οι εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, εισήχθη διάταξη το έτος 2012, με την οποία το Συμβούλιο Επικρατείας δεν θα ασχολείται πλέον με θέματα για τα οποία έχει εκδώσει απόφαση με αφορμή άλλη υπόθεση (εξαίρεση υπάρχει μόνο για πολύ ιδιαίτερες υποθέσεις).

Υπό την έννοια αυτή, ειδικά οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, καθίστανται μετά το έτος 2012 (σχεδόν) νόμος και συνεπώς πρέπει να λαμβάνονται πολύ σοβαρά υπόψη, ακόμα και για την ερμηνεία νεώτερων διατάξεων, αν το θέμα είναι ad hoc ή παρεμφερές.

Επομένως η νομολογία (ερμηνεία νόμων από τα Δικαστήρια) δεν θα πρέπει να συγχέεται με την νομοθεσία που αποτελεί σύνολο νόμων, αλλά πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη για τη διαμόρφωση της γνώμης μας.

Ενδεικτικά, παρατίθενται βασικές διατάξεις της φορολογικής νομολογίας, αποφάσεις της Διοίκησης, με σκοπό να επισημάνουν βασικές περιπτώσεις οι οποίες σχετίζονται με την παραγωγικότητα ή μη μιας δαπάνης (αν μία δαπάνη είναι προς το συμφέρον ή όχι της επιχείρησης):

• Ως παραγωγικές δαπάνες νοούνται όχι μόνο οι υποχρεωτικές βάσει νόμου ή συμβάσεως αλλά και οι οικειοθελώς καταβαλλόμενες. (Σ.τ.Ε. 3580/86)

• Για να αναγνωρισθεί μια δαπάνη ως παραγωγική και να εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχειρήσεως, αρκεί, κατ’ αρχήν εν’ όψει του σκοπού και των ειδικών συνθηκών της περιπτώσεως, να συμβάλλει στη διεύρυνση των εργασιών της επιχείρησης και στην αύξηση των εσόδων της. Δεν απαιτείται δε να διαπιστωθεί ότι, συνέπεια αυτής, αυξήθηκαν πράγματι, στην συγκεκριμένη περίπτωση, τα έσοδα και προωθήθηκαν οι εργασίες της επιχείρησης, διότι τούτο θα οδηγήσει σε ανεπίτρεπτο έλεγχο της σκοπιμότητας της δαπάνης από την φορολογική αρχή. (Σ.τ.Ε. 2142/87)

• Η κρίση ως προς την παραγωγικότητα των δαπανών ανήκει στη φορολογική αρχή (Δ.Ο.Υ.) και στα φορολογικά δικαστήρια. (Σ.τ.Ε. 3506-3508/76, 1224-7/95)

• Η κρίση του σκοπίμου της πραγματοποιήσεως της δαπάνης ανήκει εις τον επιχειρηματία φορολογούμενο και δεν υπόκειται εις τον έλεγχο της φορολογικής αρχής και των φορολογικών δικαστηρίων, εκτός αν αποδεικνύεται δια συγκεκριμένων στοιχείων, η προσαγωγή των οποίων βαρύνει τη φορολογούσα αρχή, ότι δεν έλαβε χώρα η πραγματοποίηση της δαπάνης ή ότι εγένετο αυτή δια άλλη αιτία (Σ.τ.Ε. 1513/68 και Φορ.Εφετ.4733/70).

• Δαπάνη επιχείρησης δεν αναγνωρίζεται από τη φορολογική αρχή ως εκπεστέα, εφόσον η τελευταία διαθέτει συγκεκριμένα στοιχεία, από τα οποία είναι δυνατό να συναχθεί κατά κοινή πείρα ότι η δαπάνη αυτή είναι εικονική, δηλαδή είτε ότι δεν καταβλήθηκε από την επιχείρηση είτε ότι καταβλήθηκε μεν, όχι όμως για τον παραγωγικό σκοπό της επιχείρησης, αλλά για άλλο μη παραγωγικό σκοπό. (Σ.τ.Ε. 3727/1990 και 1823/1994)

• Δαπάνες επιχείρησης για τις οποίες δεν προσάγεται κανένα δικαιολογητικό δεν αναγνωρίζονται ως εκπεστέες από τα ακαθάριστα έσοδά της, χωρίς να απαιτείται προς τούτο ο προσδιορισμός των μη προσαχθέντων νόμιμων δικαιολογητικών. (Σ.τ.Ε. 3486/ 1992)

• Για την αναγνώριση μιας δαπάνης δεν απαιτείται σύμβαση. (Σ.τ.Ε. 806/1998)

• Για να αφαιρεθεί μία δαπάνη από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχειρήσεως πρέπει η δαπάνη αυτή να καλύπτεται με αποδεικτικό στοιχείο προβλεπόμενο από τον Κ.Β.Σ., στην περίπτωση που επιβάλλεται από τον Κώδικα αυτό η έκδοση τέτοιου στοιχείου για τη συγκεκριμένη δαπάνη. Μόνο δε στην περίπτωση που δεν επιβάλλεται από τον Κ.Φ.Σ. η έκδοση συγκεκριμένου στοιχείου, η έκπτωση της δαπάνης μπορεί να γίνει με βάση οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο εκτιμώμενο από τη φορολογική αρχή και τα διοικητικά δικαστήρια. (Σ.τ.Ε. 6004/1996).

Πέραν της νομολογίας, ασφαλώς υπάρχουν στον (Ελληνικό μόνο) νομικό κόσμο και οι ερμηνευτικές «εγκύκλιοι» του υπουργού των Οικονομικών. Ενώ η ισχύς μιας ερμηνείας από οποιονδήποτε εφαρμοστή του Δικαίου έχει ίσο βάρος ενώπιον των Δικαστηρίων, οι ερμηνείες του Υπουργού των Οικονομικών τυγχάνουν υποχρεωτικής εφαρμογής από τη Φορολογική Διοίκηση. Έτσι, αναγκαζόμαστε (χωρίς αυτό να προβλέπεται από το Σύνταγμα) να λαμβάνουμε υπόψη τις εγκυκλίους αυτές είτε ως φορολογούμενοι είτε ως ελεγκτές για τη χορήγηση του φορολογικού πιστοποιητικού. Έτσι:

Πρέπει να σημειωθεί ότι οι εγγραφές στα βιβλία μιας επιχείρησης κατά τις οδηγίες της Διοίκησης (Yπ. Oικ. Εγκ. 3/1992) πρέπει να στηρίζονται:

α) Σε στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ., όπως, π.χ., τιμολόγια, αποδείξεις λιανικής πώλησης, αποδείξεις δαπανών, το τρίτο αντίγραφο της φορτωτικής κ.λπ. ή

β) Σε δημόσια έγγραφα. Δημόσια έγγραφα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 438 της Πολιτικής Δικονομίας είναι τα έγγραφα εκείνα που συντάσσονται, κατά τους νομίμους τύπους, από δημοσίους υπαλλήλους ή λειτουργούς ή πρόσωπα που ασκούν δημόσια υπηρεσία ή λειτουργία (Παρόμοια διάταξη περιλαμβάνεται και στα άρθρα 169-171 του Κ.Δ.Δ.) ή

γ) Σε άλλα πρόσφορα αποδεικτικά στοιχεία, όπως, π.χ., πρωτόκολλα καταστροφής, εκθέσεις πυροσβεστικής υπηρεσίας σε περίπτωση πυρκαγιάς κ.λπ. Διευκρινίζεται ότι τα πρόσφορα αυτά στοιχεία, αναφερόμενα σε πραγματικά γεγονότα, εξετάζονται από τον προϊστάμενο της Δ.O.Y. και σε περίπτωση αμφισβήτησης από τα Διοικητικά Δικαστήρια.

• Όπως έχει κριθεί από το Σ.τ.E. η τυχόν αοριστία της περιγραφής στο τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών των παρασχεθεισών υπηρεσιών δεν εμποδίζει την έκπτωσή τους, εφόσον η αοριστία αυτή καλύπτεται από αναφορά σε έγγραφη σύμβαση των μερών από την οποία προκύπτει ακριβώς η αιτιολογία της δαπάνης. Είναι άλλο δε το ζήτημα αν ενδεχομένως η ελλιπής περιγραφή συνιστά παράβαση των διατάξεων του K.B.Σ. (Σ.τ.E. 46/2006).

• Η δαπάνη για την πληρωμή διοικητικής ποινής ή κυρώσεως λόγω παραβάσεως διατάξεων διοικητικού νόμου, δεν συνιστά παραγωγική δαπάνη και δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχειρήσεως. (Σ.τ.Ε. 1941/1996)

• Οι δαπάνες για τις οποίες τα πρωτότυπα των φορολογικών στοιχείων έχουν απωλεσθεί, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, εφόσον έχουν καταχωρηθεί στα βιβλία με βάση φωτοτυπίες των παραστατικών από τα στελέχη και έχουν επικυρωθεί από τον εκδότη τους, θεωρούμενα στην περίπτωση αυτή πρόσφορα αποδεικτικά στοιχεία των συναλλαγών που απεικονίζονται στα πρωτότυπα. (1121541/ 1125/16.11.1995)

 •Το τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, για να αποτελέσει νόμιμο δικαιολογητικό στοιχείο για την έκπτωση της σχετικής δαπάνης, πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα αναφερόμενα στις διατάξεις του Κ.Φ.Σ. στοιχεία που απαιτεί ο νόμος, μεταξύ των οποίων και ο επαρκής προσδιορισμός των παρασχεθεισών υπηρεσιών. (Σ.τ.Ε. 3509/96,715/91)

• Όταν από μια επιχείρηση χαρίζονται στο προσωπικό της ποσά, που προέρχονται από υπόλοιπα δανείων ή προκαταβολές, τα ποσά αυτά δεν θεωρούνται ως παραγωγική δαπάνη της επιχείρησης, γιατί δεν πρόκειται για δαπάνη που έχει σχέση με το αντικείμενο της επιχείρησης, αλλά δαπάνη από χαριστική αιτία. (Σ.τ.Ε. 2914/1978 )

• Οικονομικές ενισχύσεις στο σύλλογο του προσωπικού επιχείρησης θεωρούνται παραγωγικές δαπάνες. (Σ.τ.Ε.2673/1983)

• Η αποζημίωση που καταβάλλει επιχείρηση σε τρίτους για ζημιές που προξενούνται σ’ αυτούς στα πλαίσια της επιχειρηματικής λειτουργίας της επιχείρησης, έστω και αν οφείλονται σε αμέλεια των στελεχών και λοιπών εργαζομένων της, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα αυτής. (Σ.τ.Ε. 2689/1971)

• Οι μισθοί που καταβάλλει ανώνυμη εταιρεία στα μέλη του Διοικητικού της Συμβουλίου, για εξαρτημένη εργασία που παρέχουν προς την εταιρεία πέραν των καθηκόντων τους που απορρέουν από την ιδιότητά τους ως μέλη του Δ.Σ., εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, χωρίς να εξετάζεται η ύπαρξη προέγκρισης από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων της. (Σ.τ.Ε.3242/1990), (Σ.τ.Ε.4039/1999), (Σ.τ.Ε.3897/1989)

• Η έκπτωση των τόκων δανείων επιτρέπεται μόνο εφόσον τα δάνεια διατίθενται για τις ανάγκες της επιχειρήσεως και όχι για τη θεραπεία προσωπικών αναγκών του επιχειρηματία ή των προσώπων που μετέχουν στην επιχείρηση ή για την εξυπηρέτηση αναγκών τρίτων. (Σ.τ.Ε. 3404/95), (Σ.τ.Ε.1577/1985)

• Καταβολή αποζημίωσης, επιπλέον της νομίμου, στο απολυθέν προσωπικό δεν αναγνωρίζεται ως παραγωγική δαπάνη, όταν απολύεται όλο το προσωπικό και η επιχείρηση διακόπτει την επιχειρηματική της δραστηριότητα. ( Σ.τ.Ε. 3455/1995)

• Τόκοι δανείου που αντιστοιχούν σε προηγούμενες χρήσεις δεν αναγνωρίζονται. ( Σ.τ.Ε. 5141/1995 )

Διαχρονικά ο φορολογικός έλεγχος των επιχειρήσεων έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλαπλών διενέξεων μεταξύ των εμπλεκομένων (δημόσιας διοίκησης, ελεγκτών, επιχειρηματιών, λογιστών). Ο φορολογούμενος έρχεται σε σύγκρουση πολλές φορές με τη φορολογική διοίκηση, για το ποια δαπάνη εκπίπτει και ως ποιον βαθμό.

Η προσπάθεια τυποποίησης χειρισμού των φορολογικών αντικειμένων μιας επιχείρησης δεν έχει ακόμη φθάσει σε ικανοποιητικό επίπεδο. Υπάρχουν πολλές φορές κενά ανάλογα με την ιδιαιτερότητα της κάθε επιχείρησης.

Οι συνεχείς αλλαγές τα τελευταία έτη στη φορολογική νομοθεσία, αλλά και οι πολλές ασάφειες σε αρκετά σημεία της, αναγκάζουν τους ελεγκτές και τους λογιστές να αναλώνουν εύλογο χρόνο προκειμένου να ενημερώνονται εκ νέου για τις επικείμενες αλλαγές, αλλά για να μελετούν και να αποσαφηνίζουν τα θολά σημεία του κάθε νόμου.

Η έννοια της παραγωγικότητας μιας δαπάνης χρησιμοποιείται για φορολογικούς σκοπούς και δεν σχετίζεται απόλυτα με το είδος, τη φύση της επιχείρησης και το πραγματικό πολλές φορές λογιστικό γεγονός. Άρα ενδέχεται σε πολλές περιπτώσεις να περιέχει, σε ένα βαθμό και υποκειμενικά στοιχεία.

Ο φορολογικός ελεγκτής (Ο.Ε.Λ.) έρχεται αντιμέτωπος πολλές φορές με λογιστικά γεγονότα και δαπάνες που θα πρέπει να αντιμετωπίζει κατά τον γενικό κανόνα του νόμου, χωρίς να μπορεί να κρίνει και να αποδίδει την πραγματική φορολογική εικόνα της επιχείρησης.

Η κρίση του ελεγκτή (Ο.Ε.Λ.) λοιπόν μπαίνει σε δεύτερη μοίρα, καθώς είναι αναγκασμένος να εφαρμόζει πιστά το γράμμα του νόμου, κάτω μάλιστα από την απειλή προστίμων σε περίπτωση παράλειψης των υποχρεώσεών του.

Η Φορολογική Αρχή και τα Διοικητικά Δικαστήρια είναι αυτά που πολλές φορές καλούνται να κρίνουν τελικώς αν μια δαπάνη είναι παραγωγική ή μη.

Η φορολογική νομοθεσία στη χώρα μας, ιδίως σε αυτή την κρίσιμη οικονομική περίοδο που βιώνουν οι επιχειρήσεις, θα πρέπει να απλοποιηθεί, να εκσυγχρονιστεί, να είναι ευέλικτη και να μην έχει καθαρά εισπρακτικό χαρακτήρα. Θα πρέπει να είναι σαφής και να μην επιδέχεται αμφισβητήσεις και διφορούμενες ερμηνείες. Η βελτίωση και απλοποίηση του φορολογικού συστήματος δεν πρέπει να εξαντλείται στη συνεχή έκδοση ερμηνευτικών εγκυκλίων της εκάστοτε φορολογικής νομοθεσίας. Θα πρέπει να μην επαναληφθούν φαινόμενα «νομοθεσίας διά εγκυκλίων», φαινόμενα που λειτουργούν εις βάρος της όποιας προσπάθειας γίνεται για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας. Αντί των συνεχών διευκρινήσεων επί παραγράφων, εδαφίων, περιπτώσεων και υποπεριπτώσεων ενός πολύπλοκου και ασαφούς σε πολλά σημεία φορολογικού νομοθετικού πλαισίου, πρέπει επιτέλους να τελειώσει το θέμα της πολυπλοκότητας και της ασάφειας αυτής της φορολογικής νομοθεσίας που δυστυχώς δημιουργεί πολλαπλές στρεβλώσεις και σύγχυση για τους ελεγκτές αλλά και για τους ελεγχόμενους.

Τέλος, ας ελπίσουμε ότι θα ληφθούν άμεσα υπεύθυνες και σωστές αποφάσεις για όλα τα ανωτέρω προβλήματα και να δούμε όλοι ένα βελτιωμένο φορολογικό σύστημα στη χώρα μας, με σαφή διαρθρωτικό χαρακτήρα.

Πηγή: www.taxheaven.gr

22/03/2016

athlhtika swmatia

Σύμφωνα με το βασικό νόμο, για τον ερασιτεχνικό και επαγγελματικό αθλητισμό (Ν. 2725/1999), κάθε αθλητικό σωματείο τηρεί υποχρεωτικά τα εξής βιβλία:

  1. Μητρώου Μελών
  2. Πρακτικών συνεδριάσεων Γενικών Συνελεύσεων
  3. Πρακτικών συνεδριάσεων Διοικητικού Συμβουλίου
  4. Βιβλίο Ταμείου
  5. Περιουσιακών στοιχείων
  6. Πρωτοκόλλου εισερχόμενων και εξερχόμενων εγγράφων.

Τα ως άνω βιβλία, πριν από την χρήση τους, θεωρούνται από το Νομάρχη ή από εξουσιοδοτημένο όργανο.

Η μη τήρηση των διατάξεων του παρόντος άρθρου, καθώς και της διάταξης της παρ. 2 του άρθρου 7, συνεπάγεται την ανάκληση της ειδικής αθλητικής αναγνώρισης του σωματείου. Ας δούμε τι αναφέρει η παρ. 2 του άρθρου 7:

Το αθλητικό σωματείο, για τις προσφερόμενες υπηρεσίες εκμάθησης των αθλημάτων που καλλιεργεί, δύναται, με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, να ορίζει αντίστοιχο αντίτιμο της σχετικής υπηρεσίας για την κάλυψη λειτουργικών αναγκών. Στην περίπτωση αυτή το σωματείο έχει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 2 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ. 186/1922). Η διάταξη του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου δεν έχει εφαρμογή στους αθλητές των αγωνιστικών ομάδων του σωματείου .

Ουσιαστικά η παράγραφος 3 του άρθρου 2 αναφέρει, ότι οι ενώσεις προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα (εκτός Δημοσίου), όταν ενεργούν πράξεις παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, που υπάγονται στο Φ.Π.Α. ή στο φόρο εισοδήματος, θεωρούνται επιτηδευματίες μόνο για τις δραστηριότητες αυτές.

Στην ουσία λοιπόν ο χαρακτήρας ενός νομικού προσώπου ως μη κερδοσκοπικού αθλητικού σωματείου, ανεξάρτητα από τον χαρακτηρισμό που του έχουν δώσει οι ιδρυτές του και προκύπτει  από τα όσα αναφέρει το καταστατικό, κρίνεται σε κάθε περίπτωση από τον έφορο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., διότι εξαρτάται από τα πραγματικά περιστατικά.

Ένα αθλητικό σωματείο πρέπει να χρησιμοποιεί τα οικονομικά πλεονάσματα για να εξυπηρετεί τον σκοπό του και όχι να κάνει διανομή κερδών. Πρέπει λοιπόν σαν σκοπό να έχει την εξυπηρέτηση του σκοπού, για τον οποίο ιδρύθηκε.

Εκείνο λοιπόν που πρέπει να κάνει ο προϊστάμενος της εφορίας είναι να ερεύνα, αν το αθλητικό σωματείο έχει εκτραπεί του σκοπού του, οπότε θεωρείτε επιτηδευματίας.

Σε καμία περίπτωση δεν προβλέπεται υποχρέωση να εκδίδουν τα σωματεία στοιχεία του ΚΒΣ – ΚΦΑΣ – ΕΛΠ για την είσπραξη των συνδρομών από τα μέλη τους. Για τις συνδρομές εκδίδονται απλές αθεώρητες αποδείξεις είσπραξης με βασική προϋπόθεση βέβαια να είναι ενημερωμένο παράλληλα το βιβλίο μελών του σωματείου .

Τα αθλητικά σωματεία υποχρεούνται να τηρούν βιβλία του Κ.Β.Σ – Κ.Φ.Α.Σ – Ε.Λ.Π μόνο για τις πράξεις όπου είτε παραδίδουν αγαθά ή παρέχουν υπηρεσίες που υπάγονται στο ΦΠΑ ή (από το 2003) σε φόρο εισοδήματος. Για το κομμάτι αυτό θεωρούνται επιτηδευματίες και έχουν όλες τις υποχρεώσεις του Κ.Β.Σ – Κ.Φ.Α.Σ – Ε.Λ.Π.

Για παράδειγμα το αθλητικό σωματείο εμπορεύεται αθλητικές στολές που πουλάει στα μέλη του. Το σωματείο εκδίδει εφημερίδα ή περιοδικό όπου καταχωρεί διαφημίσεις, ή στην έδρα του συλλόγου υπάρχουν διαφημιστικές πινακίδες και εισπράττει αμοιβή για αυτό, ή υπάρχει κυλικείο που εκμεταλλεύεται ο σύλλογος. Σε όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις το αθλητικό σωματείο υποχρεούται να τηρεί απλογραφικά βιβλία ή να είχε θεωρήσει βιβλίο εσόδων – εξόδων στο παρελθόν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. όπου θα παρακολουθεί μόνο τα έσοδα και τα έξοδα που αναλογούν σε αυτές τις δραστηριότητες.

Επίσης, για τις εκδηλώσεις που γίνονται με σκοπό την ενίσχυση των εσόδων του συλλόγου ισχύει το εξής:

Απαλλάσσεται με τη διάταξη της περ. ιη’ της παρ. 1 του άρθρου 22 ΦΠΑ και κατόπιν έγκρισης της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. η πραγματοποίηση μέχρι δύο (2) εκδηλώσεων κατ’ έτος από:

  • Νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που ασχολούνται με την παροχή υπηρεσιών σχετικών με τον αθλητισμό και τη σωματική αγωγή.
  • Μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα πρόσωπα με σκοπούς πολιτικούς, συνδικαλιστικούς, φιλοσοφικούς, φιλανθρωπικούς ή εθνικούς που παρέχουν υπηρεσίες στα μέλη τους έναντι συνδρομής.
  • Μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες πολιτιστικής και μορφωτικής φύσης.

Για να ισχύσει η απαλλαγή θα πρέπει οι πράξεις αυτές να πραγματοποιούνται από τα παραπάνω πρόσωπα εφόσον απαλλάσσονται γενικά του ΦΠΑ και εφόσον οι συγκεκριμένες εκδηλώσεις είναι ευκαιριακές και οργανώνονται για την οικονομική τους ενίσχυση και μόνο. (ΠΟΛ.1071/1995). Η απαλλαγή παρέχεται μετά από αίτηση τους στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. της περιφέρειας που έχουν την έδρα τους σύμφωνα με την ΑΥΟ Π.6786/1986 με την οποία προβλέπεται ότι για την χορήγηση της απαλλαγής αυτής πρέπει  στην αίτηση να αναγράφεται το είδος και η ποσότητα των αγαθών των οποίων ζητείται απαλλαγή. Στην αίτηση δίδεται έγκριση του Εφόρου στην οποία αναγράφονται τα ποιο πάνω είδη, τα οποία εγκρίνεται να διατεθούν χωρίς φόρο. 

Κατόπιν λοιπόν όλων των ανωτέρω θα  πρέπει τα αθλητικά σωματεία να ελέγξουν τις δραστηριότητες τις οποίες πραγματοποιούν προσεκτικά, ώστε να μη βρεθούν προ εκπλήξεως, μετά από επίσκεψη της Δ.Ο.Υ. ή του Σ.Δ.Ο.Ε. για έλεγχο και διαπιστωθεί αναδρομικά ότι οφείλουν φόρο εισοδήματος ή Φ.Π.Α. με ότι αυτό συνεπάγεται…

Πηγή: www.e-forologia.gr

16/03/2016

mh ekpiptomenes dapanes

Πίνακας μη εκπιπτόμενων επιχειρηματικών δαπανών

(Μέχρι και το Ν. 4336/2015 ΦΕΚ Α 94/14-8-2015, ως ο πλέον τελευταίος νόμος που επέφερε αλλαγές στα σχετικά άρθρα του ν. 4172/2013/Κ.Φ.Ε.)

Σύνταξη: Ιαν' 2016

του Μαυρομμάτη Ν. Μιχαήλ / Εφοριακού υπαλλήλου, πιστοποιημένου Ελεγκτή Δ.Ο.Υ. Χολαργού
Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε./

Ο παρακάτω πίνακας σκοπό έχει να παρουσιάσει με συνοπτικό τρόπο τις περιπτώσεις ΜΗ ΕΚΠΤΩΣΗΣ επιχειρηματικών δαπανών και τις σχετικές προϋποθέσεις, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε. (ν. 4172/2013), βάση των πλέον τελευταίων τροποποιήσεων στα σχετικά άρθρα ήτοι άρθρα 22 'Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες' και 23 'Μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες', μέχρι και το ν. 4336/2015.


- Περιλαμβάνει και την γνωμοδότηση ΝΣΚ με αρ. 170/2014 (μερικώς δεκτή από τον τον Γ.Γ.Δ.Ε. με τη ΠΟΛ.1071/31.3.2015) σχετικά με την έκπτωση των δαπανών στη φορολογία εισοδήματος, με παραστατικά εικονικά ως προς το πρόσωπο του εκδότη.


- Επίσης περιλαμβάνονται και οι διατάξεις του άρθρου 22Α του Κ.Φ.Ε. 'Δαπάνες επιστημονικής και Τεχνολογικής έρευνας', ως προς το εκπιπτόμενο ή μη το σχετικών δαπανών καθώς και των σχετικών προϋποθέσεων.


- ΔΕΝ περιλαμβάνει τις μη εκπιπτόμενες δαπάνες στις περιπτώσεις λήψης ενδοομιλικών μερισμάτων βάσει του άρθρου 48 παρ. 4 του Κ.Φ.Ε.


Οι περιπτώσεις που καλύπτονται εδώ αναφέρονται σε επιχειρηματικές δαπάνες που πραγματοποιούνται για χρήσεις που αρχίζουν από 1/1/2014 και μετά και αφορούν τα πάσης φύσεως εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα (βλ. αρ. 47 του Κ.Φ.Ε.), ήτοι τις κάθε λογής περιπτώσεις εισοδημάτων εταιρικών σχημάτων (προσωπικές εταιρείες, α.ε., ι.κ.ε., αλλοδαπές κλπ), και νομικών γενικώς οντοτήτων καθώς και φυσικών προσώπων που έχουν επίσης εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα δηλ. τους πρώην (βάση του προηγούμενου Κ.Φ.Ε) 'ελευθέρους επαγγελματίες', καθώς και τις λοιπές ειδικότητες φ.π. επαγγελματιών.


Επιγραμματικά προσεγγίζοντας τα παραπάνω, ο πίνακας αφορά όσους έχουν 'κάνει έναρξη στην εφορία' και κατά συνέπεια τηρούν βιβλία είτε απλογραφικά (πρώην Β' κατηγορίας), είτε διπλογραφικά (πρώην Γ' κατηγορίας) και δεν ανήκουν σε κάποιο ειδικό καθεστώς (π.χ. αγροτών, μικρών επιχειρήσεων, κατ` αποκοπή καταβολής του φόρου κ.α.), το οποίο να επηρεάζει την 'πλήρη' τήρηση βιβλίων σύμφωνα (πλέον) με τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (Ε.Λ.Π. ν. 4308/2014).


Ο παρακάτω πίνακας ως προς τη περιπτωσιολογία του άρθρου 23 'Μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες' ακολουθεί ΑΥΣΤΗΡΑ την αρίθμηση της σχετικής βασικής εγκυκλίου ΠΟΛ.1113/2.6.2015, συνεπώς μπορείτε να ανατρέχετε στην αντίστοιχη περίπτωση της ΠΟΛ.1113/2.6.2015 'Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 22, 22Α και 23 του ν. 4172/2013', για επιπλέον πληροφόρηση.


ΑΣΦΑΛΩΣ περιττό ίσως να τονιστεί αλλά πάντα ουσιαστικό ως υπενθύμιση, είναι ότι η διατύπωση του νόμου υπερισχύει ΠΑΝΤΑ.


Βασικές Αρχές έκπτωσης επιχειρηματικών δαπανών


Σύμφωνα με το άρθρο 22 'Εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες' του Ν. 4172/2013 εκπίπτουν οι επιχειρηματικές δαπάνες οι οποίες αθροιστικά:


α) πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης ή κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της.


β) αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή, η αξία της οποίας δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση.

γ) εγγράφονται στα λογιστικά αρχεία (βιβλία) της επιχείρησης την περίοδο που πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.


Παράλληλα στο άρθρο 23 'Μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες' του Ν. 4172/2013 περιγράφονται οι επιχειρηματικές δαπάνες που ΔΕΝ εκπίπτουν.

Ο συνδυασμός των παραπάνω οδηγεί στον προσδιορισμό των εκπιπτόμενων επιχειρηματικών δαπανών για τις χρήσεις που αρχίζουν από 1/1/2014 και μετά ή όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται και στη ΠΟΛ.1113/2.6.2015, '...ο κανόνας που εισάγεται είναι ότι όποια δαπάνη πληροί τα κριτήρια του άρθρου 22 και συγχρόνως δεν εμπίπτει στον περιοριστικό κατάλογο των μη εκπιπτόμενων δαπανών του άρθρου 23 εκπίπτει,..'

 

Ε Ν Ο Τ Η Τ Α Α'
Μ Η ΕΚΠΤΙΠΤΟΜΕΝΗ Δ Α Π Α Ν Η Σ Χ Ο Λ Ι Α / Δ Ι Ε Υ Κ Ρ Ι Ν Ι Σ Ε Ι Σ
α Οι τόκοι δανείων από τρίτους.

ΔΕΝ εκπίπτουν οι τόκοι δανείων τρίτων - εξαιρούμενων των τραπεζικών /διατραπεζικών δανείων καθώς και των ομολογικών δανείων των Α.Ε. - κατά το μέρος που το επιτόκιο υπερβαίνει το αντίστοιχο αλληλόχρεου λογ/μου εφόσον η χορήγηση πραγματοποιούνταν από χρηματοπιστωτικό ίδρυμα.

 Περιλαμβάνονται και οι τόκοι υπερημερίας. Από τη ΜΗ έκπτωση των τόκων δανείων επίσης εξαιρούνται συνολικά οι ΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΕΣ επιχειρήσεις (κατά τη έννοια του αρ. 2 περ. ζ του ν.4172/2013).
ΕΙΔΙΚΑ γι' αυτές εφαρμόζονται οι ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ του αρ. 50 του ν. 4172/2013 (αναφορικά με τις ενδοομιλικές συναλλαγές), σε συνδυασμό (εν συνεχεία) με τις διατάξεις του αρ. 49 του ν. 4172/2013 περί υποκεφαλαιοδότησης. Τέλος το αρ. 49 του ν. 4172/2013 (περί υποκεφαλαιοδότησης), εφαρμόζεται ΚΑΙ για τις μη συνδεμένες επιχειρήσεις.
Στους τόκους δανείων ΔΕΝ συμπεριλαμβάνεται η ζημιά από συμβάσεις factoring η οποία κρίνεται με βάση τις γενικές περί έκπτωσης δαπανών διατάξεις.

β Κάθε είδους δαπάνη αξίας (πρό Φ.Π.Α.) άνω των 500 ευρώ από την ημεδαπή ή την αλλοδαπή εφόσον η εξόφληση της δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής (τμηματική ή ολική). Περιλαμβάνει τις κάθε είδους επιχειρηματικές δαπάνες. ΕΞΑΙΡΟΥΝΤΑΙ μισθοί, μισθώματα, τόκοι. Ως τραπεζικά μέσα νοούνται: Κατάθεση σε λογ/μο, χρήση κάρτας / επιταγής / συναλλαγματικής καθώς και οι αντικαταβολές (υπό προϋποθέσεις). Εφόσον η συνολική αξία υπερβαίνει τα 500 € ΚΑΘΕ σχετική πληρωμή (των προκαταβολών συμπεριλαμβανομένων) πρέπει να γίνεται με χρήση τραπεζικού μέσου.
Πραγματοποιηθείσες δαπάνες κρίνονται ως προς την εκπεσιμότητα τους στο φορολογικό έτος που θα λάβει χώρα η εξόφληση τους.
Συμπεριλαμβάνονται και οι συναλλαγές μέσω αντιπροσώπων, καθώς και οι πωλήσεις (μεταξύ επιτηδευματιών) με 'ανταλλαγή'. Σε περίπτωση συμψηφισμού εφόσον το εναπομείνων ποσό υπερβαίνει τα 500€ απαιτείται τραπεζικό μέσο (βλ. ΠΟΛ.1079/6.4.2015 και ΠΟΛ.1216/1.10.2014).
Εξόφληση δαπάνης με διαφορετικό του προβλεπόμενου τρόπου δεν συνεπάγεται κατ' αρχήν εικονικότητα.
γ Οι μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές Οι εμπρόθεσμα καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν από τα έσοδα του φορολογικού έτους το οποίο αφορούν. Οι εκπρόθεσμα καταβληθείσες καθώς και οι σε ρύθμιση ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν κατά το έτος καταβολής τους ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ το έτος που αφορούν. Μεταβατική διάταξη ισχύει για το φορολογικό έτος 2014 (βλ. Δ12 1006031 ΕΞ 2015/19.1.2015), δηλ. για τα φ.π. με εισόδημα από επιχ/κη δραστ/τα εφόσον οι ασφαλιστικές εισφορές τους περιόδου 1/1 - 31/12/2014 καταβληθούν μέσα στο 2015 ΜΠΟΡΟΥΝ ορθά να τις εκπέσουν από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης 2014.
γ.α Μελών Προσωπικών και Αστικών Εταιρειών Εφόσον ασκείται ΚΑΙ επιχειρηματική δραστηριότητα εκπίπτουν από τα έσοδα του φορέα αυτού (π.χ. ατομική επιχείρηση), διαφορετικά εκπίπτουν απ' ευθείας από τη Προσωπική ή Αστική εταιρεία στην οποία υπάρχει συμμετοχή. Εάν υπάρχουν συμμετοχές σε περισσότερες από μία προσωπικές εταιρείες οι καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν από αυτήν που λαμβάνει το ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ φορολογητέο εισόδημα.
γ.β Εταίρων Ε.Π.Ε , Ι.Κ.Ε. / μελών Δ.Σ. Α.Ε. / διαχειριστών Ε.Π.Ε, Ι.Κ.Ε. Εφόσον ασκείται ΚΑΙ επιχειρηματική δραστηριότητα εκπίπτουν από τα έσοδα του φορέα αυτού (π.χ. ατομική επιχείρηση), διαφορετικά εφόσον εισπράττουν αμοιβές που θεωρούνται μισθωτές υπηρεσίες θα εκπέσουν απευθείας από τη προσωπική τους δήλωση ως φ.π. (έντυπο Ε1). Για διαχειριστές Ε.Π.Ε. / Ι.Κ.Ε. και μέλη Δ.Σ. Α.Ε. ΧΩΡΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ εφόσον εισπράττουν αμοιβές που θεωρούνται μισθωτές υπηρεσίες (βλ. αρ. 12 ν. 4172/2013), οι καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν απ' ευθείας από τη προσωπική τους δήλωση ως φ.π. (έντυπο Ε1).
γ.γ Αμοιβές μελών Προσωπικών εταιρειών και Αστικών εταιρειών ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΡΟΕΡΧΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΚΕΡΔΗ ΤΟΥΣ (μη μερίσματα) Εφόσον το μέλος ως φ.π. ήδη ασκεί (κατά τα άλλα) επιχειρηματική δραστηριότητα (π.χ. μέσω ατομικής επιχείρησης) και η αμοιβή του αυτή αφορά έργο που του ανατέθηκε στο πλαίσιο της αυτής επιχειρηματικής δραστηριότητας τότε εκπίπτει από τα ακαθάριστα έξοδα της Προσωπικής εταιρείας. Εάν ο όρος αυτός ΔΕΝ πληρείται δηλ. δεν ασκείται επιχ. δραστ/τα ή το αντικείμενο της είναι διαφορετικό από το ανατεθέν έργο τότε η αμοιβή ΔΕΝ ΕΚΠΙΠΤΕΙ.
γ.δ Αμοιβές εταίρων Ε.Π.Ε , Ι.Κ.Ε. / μελών Δ.Σ. Α.Ε. / διαχειριστών Ε.Π.Ε , Ι.Κ.Ε. ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΡΟΕΡΧΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΚΕΡΔΗ ΤΟΥΣ (μη μερίσματα) Εφόσον το μέλος ως φ.π. ήδη ασκεί (κατά τα άλλα) επιχειρηματική δραστηριότητα (π.χ. μέσω ατομικής επιχείρησης) και η αμοιβή του αυτή αφορά έργο που του ανατέθηκε στο πλαίσιο της αυτής επιχειρηματικής δραστηριότητας τότε εκπίπτει από τα ακαθάριστα έξοδα της Ε.Π.Ε. /Ι.Κ.Ε. / Α.Ε. Εάν δεν ασκείται επιχ. δραστ/τα και οι σχετικές αμοιβές είναι εισόδημα μισθωτών υπηρεσιών (βλ. αρ. 12 ν .4172/2013) τότε η αμοιβή και πάλι ΕΚΠΙΠΤΕΙ από τα ακαθάριστα έξοδα της Ε.Π.Ε. / Ι.Κ.Ε. / Α.Ε.
δ Οι κάθε είδους προβλέψεις (με εξαιρέσεις). ΔΕΝ εκπίπτουν φορολογικά οι κάθε είδους προβλέψεις με εξαίρεση τις προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων και με τη προϋπόθεση ότι πληρούνται τα κριτήρια που τίθενται (βλ. αρ. 26 ω. 4172/2013 και ΠΟΛ.1056/2.3.2015 'Φορολογική μεταχείριση των προβλέψεων για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων μετά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του νέου Κ.Φ.Ε. (ν.4172/2013').
ε Πρόστιμα και Ποινές (περιλαμβανομένων των προσαυξήσεων) Αφορά: Παραβάσεις της φορολογικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας. Ποινικές ρήτρες, και λοιπές χρηματικές ποινές, εξαιτίας αθέτησης συμβατικών υποχρεώσεων. Εξαγορά ποινών δικαστηρίων, Τόκοι υπερημερίας οφειλών (φόρων, τελών, δασμών, εισφορών και αμοιβών γενικά). Τόκοι ανάκτησης κρατικών ενισχύσεων βάση άρθρων 2 και 3 του ν. 3220/2004, καθώς και λοιποί τόκοι που επιβάλλονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή καθόσον σχετίζονται με επιβληθέντα πρόστιμα.
στ Παροχή/Λήψη αμοιβών που συνιστούν Ποινικό Αδίκημα Ποσά που προέρχονται από νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες από τα οποία προκύπτει περιουσιακό όφελος (π.χ. δωροδοκίες).
ζ Φόροι / Τέλη (περιοριστικά): Αφορά: Φόρο Εισοδήματος, Τέλος Επιτηδεύματος και έκτακτες εισφορές του Κ.Φ.Ε. στα κέρδη από επιχ. δραστ/τα, Φ.Π.Α. που αντιστοιχεί σε μη εκπιπτόμενες δαπάνες (π.χ. ποσό πέραν του ορίου των 300 € ανα άτομο). Αντίθετα εκπίπτει ο Φ.Π.Α. που αντιστοιχεί σε ΔΑΠΑΝΕΣ εκπιπτόμενες στη φ/για εισοδήματος. Στις δαπάνες Παγίων στοιχείων εφόσον ο σχετικός Φ.Π.Α. ΔΕΝ εκπίπτεται (από το φόρο εισροών) τότε ΔΕΝ εκπίπτεται - άμεσα κατ' αρχήν - και στη φ/για Εισοδήματος, αλλά όμως ΠΡΟΣΑΥΞΑΝΕΙ την αξία του παγίου. Τέλος εφόσον ρητά ΔΕΝ κατονομάζονται ΕΚΠΙΠΤΟΥΝ κατά το χρόνο που καταβάλλονται ΟΛΟΙ οι λοιποί φόροι και τέλη όπως: ΕΝΦΙΑ, Τέλη κυκλοφορίας και Τέλος Διαφήμισης (ειδικά αυτά εκπίπτουν στο έτος που αφορούν), Τέλη υπέρ ΕΕΤΤ, κλπ ΕΚΤΟΣ αν άλλως αναφέρεται σε ειδικές διατάξεις νόμων.
η Το τεκμαρτό μίσθωμα εφόσον υπερβαίνει το 3% της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Ειδικά για τα ν.π. μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, εκπίπτει το σύνολο του τεκμαρτού μισθώματος ανεξάρτητα αν υπερβαίνει το 3% επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.
θ Δαπάνες οργάνωσης και διεξαγωγής ημερίδων και συναντήσεων συμπεριλαμβανόμενων των δαπανών σίτισης και διαμονής πελατών ή εργαζομένων, για την ενημέρωσή τους σε εταιρικά θέματα, είτε οργανώνονται από την ίδια την επιχείρηση είτε από τρίτο, εφόσον υπερβαίνουν τα 300 € ανά συμμετέχοντα και η συνολική ετήσια ετήσια σχετική δαπάνη υπερβαίνει το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων. Το όριο των 300 € εφαρμόζεται ανά άτομο, ανά εκδήλωση και ΔΕΝ περιλαμβάνει (για τον υπολογισμό του ορίου αυτού) τα έξοδα για την αίθουσα της εκδήλωσης, τη μεταφορά των συμμετεχόντων και τυχόν αμοιβές ομιλητών ενώ περιλαμβάνει και ενδεχόμενα τέλη που συμπεριλαμβάνονται στα έξοδα διαμονής/εστίασης (π.χ. δημοτικά τέλη). Εν συνεχεία στο μέρος που η συνολική ετήσια δαπάνη της επιχείρησης υπερβαίνει το 0,5% του ακαθάριστου τζίρου της ΔΕΝ εκπίπτεται.
ι Δαπάνες για τη διεξαγωγή εορταστικών εκδηλώσεων, σίτισης και διαμονής φιλοξενούμενων προσώπων εφόσον υπερβαίνουν τα 300 € ανά συμμετέχοντα και η συνολική ετήσια ετήσια σχετική δαπάνη υπερβαίνει το 0,5% των ακαθάριστων εσόδων. Το όριο των 300 € εφαρμόζεται ανά άτομο, ανά εορταστική εκδήλωση. Εν συνεχεία στο μέρος που η συνολική ετήσια δαπάνη της επιχείρησης υπερβαίνει το 0,5% του ακαθάριστου τζίρου της, ΔΕΝ εκπίπτεται.
ια Οι δαπάνες ψυχαγωγίας. Εξαιρούνται δαπάνες ψυχαγωγίας που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της επιχειρηματικής δραστηριότητας των επιχειρήσεων με κύριο αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών ψυχαγωγίας
ιβ Οι προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες. -
ιγ Δαπάνες που καταβάλλονται προς φ.π. ή ν.π. ή ν. οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή (η περίπτωση ιγ αναφέρεται όπως τροποποιήθηκε με το ν. 4336/2015, προυπήρξασα διάταξη με το αρ. 21 του ν. 4321/2015 όπου ο φορολογούμενος θα έπρεπε να καταβάλει παρακρατούμενο φόρο εν όψει της συνολικής δαπάνης και κατόπιν να ζητήσει την επιστροφή του). ΟΜΩΣ η έκπτωση της δαπάνης είναι εφικτή εφόσον καταβάλλεται σε φ.π. ή ν.π. ή ν. οντότητα φορολογικό κάτοικο σε κράτος - μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., με την προϋπόθεση ότι υπάρχει η νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ελλάδας και αυτού του κράτους - μέλους (αναμένεται διευκρινιστική εγκύκλιος). ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Σε κάθε περίπτωση όμως η απόδειξη περί του συνήθους της συναλλαγής οδηγεί στην έκπτωση της δαπάνης.



Π α ρ ο χ έ ς  σ ε  Ε ί δ ο ς - Δ Ι Ε Υ Κ Ρ Ι Ν Ι Σ Η

Οτιδήποτε φορολογείται ως παροχή σε είδος και άρα υπερβαίνει τα τριακόσια (300) ΕΥΡΩ ανά φορολογικό έτος (δηλ. φορολογείται στο όνομα του μισθωτού - εφόσον ο ίδιος φυσικά απολαμβάνει και την όποια ωφέλεια), θεωρείται ότι ΑΥΤΟΜΑΤΑ πραγματοποιείται προς το συμφέρον της επιχείρησης και ΑΡΑ εκπίπτει ως έξοδο μισθοδοσίας (με τη προϋπόθεση ότι πληρούνται οι λοιπές δύο προϋποθέσεις του άρθρου 22 του Κ.Φ.Ε. δηλ. η δαπάνη να αντιστοιχεί σε πραγματική συναλλαγή όχι κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας και ότι έχει εγγραφεί στα τηρούμενα βιβλία αποδεικνυόμενη με τα κατάλληλα δικαιολογητικά).

Το μέρος των δαπανών που ΔΕΝ θεωρείται 'παροχή σε είδος' όπως:

- Διατακτικές σε εργαζόμενους μέχρι 6 ΕΥΡΩ ανά ημέρα εργασίας και ανεξάρτητα του τρόπου εξαργύρωσης τους (π.χ. SUPER MARKETS, εστιατόρια κλπ) βλ. ΔΕΑΦΒ 1121357 ΕΞ2015/14.9.2015.

- Χρήση κινητών, κατά το μέρος που υπερβαίνει το κόστος του προγράμματος χρήσης και υπό την προϋπόθεση ότι το υπερβάλλον ποσό του προγράμματος χρήσης χρησιμοποιείται για προσωπικούς σκοπούς (βλ. ΠΟΛ.1219/6.10.2014 περ. στ).

- Το 70% του κόστους παραχώρησης εταιρικών οχημάτων (δεδομένου ότι το υπόλοιπο 30% της σχετικής δαπάνης φορολογείται ως παροχή σε είδος στο όνομα του εργαζόμενου). Με εξαιρέσεις: π.χ. οι εργαζόμενοι στο τομέα των πωλήσεων.

- Η παροχή δωρεάν φοίτησης ή διδάκτρων σε παιδιά εργαζόμενων ιδιωτικού σχολείου βλ. Δ12 1168638 ΕΞ 2014/18.12.2014.

- Κάλυψη δαπανών των εργαζομένων (π.χ. διαμονής, σίτισης, κίνησης κλπ), για την εκτέλεση της εργασίας τους (τις οποίες έχουν αρχικά καταβάλει οι ίδιοι), και αποδεικνύονται με νόμιμα παραστατικά (αφορά περιπτώσεις του αρ. 14 παρ. 1 περ. α και β ν. 4172/2013).

- Δάνεια προς εργαζόμενους, εταίρους, μετόχους ή προς ν.π. ή ν. οντότητες εφόσον υπάρχει έγγραφη συμφωνία. Οι σχετικοί τόκοι φορολογούνται απευθείας ως εισόδημα στο φ.π. με συνέπεια εφόσον αποτελούν τεκμαρτό εισόδημα για τον εργαζόμενο να μην εκπίπτει και η σχετική δαπάνη για την επιχείρηση.

- Παροχές σε είδος που χορηγούνται σε τρίτα πρόσωπα που δεν συνδέονται με κανενός είδους εργασιακή σχέση με την επιχείρηση που χορηγεί τις παροχές αυτές.

ΕΚΠΙΠΤΟΥΝ, ως γενικά έξοδα διαχείρισης τα οποία πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης με την προϋπόθεση φυσικά ότι πληρούνται και οι λοιπές δύο προϋποθέσεις του άρθρου 22 του Κ.Φ.Ε. δηλ. η δαπάνη να αντιστοιχεί σε πραγματική συναλλαγή όχι κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας και ότι έχει εγγραφεί στα τηρούμενα βιβλία αποδεικνυόμενη με τα κατάλληλα δικαιολογητικά.

Ε Ι Δ Ι Κ Α  Θ Ε Μ Α Τ Α μη Ε Κ Π Ι Π Τ Ο Μ Ε Ν Ω Ν  Δ Α Π Α Ν Ω Ν
i. - Διαφημιστική δαπάνη ΜΗ ΕΚΠΤΩΣΗ ΔΑΠΑΝΗΣ σε περίπτωση εκπρόθεσμης απόδοσης (δημοτικών) τελών διαφημιστικής δαπάνης ήτοι απόδοσή τους μετά το πέρας της προθεσμίας υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (βλ. αρ. 15 παρ. 1 κατηγ. Δ του Β.Δ. 24.9 /20.10.1958 όπως τροπ/κε με τις διατάξεις του αρ. 9 του Ν. 2880/2001).
ii. - Ασφαλιστικές επιχειρήσεις ΕΚΠΙΠΤΟΥΝ ΜΟΝΟ τα τεχνικά αποθέματα που υποχρεωτικά σχηματίζουν με βάση τις διατάξεις του αρ. 7 του ν.δ. 400/1970 'Περί ιδιωτικής ασφάλισης'.
iii. - α) Μη Κερδοσκοπικά ν.π. (αρ. 45 περ. γ του Κ.Φ.Ε.), ήτοι τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ. που συστήθηκαν στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή και στα οποία περιλαμβάνονται και τα κάθε είδους σωματεία και ιδρύματα, με εξαίρεση μόνο τα κάθε είδους έσοδα που πραγματοποιούνται κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους, τα οποία ΔΕΝ αποτελούν αντικείμενο φόρου.

'PRO RATA κοινών δαπανών'.


Στις εν λόγω δαπάνες γίνεται διάκριση ανάλογα με το αν αυτές αφορούν επιχειρηματική δραστηριότητα ή στην επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους. Το μέρος εκείνων των δαπανών που αφορούν σε επιχειρηματική δραστηριότητα εκπίπτει (με την επιφύλαξη των άρθρων 22 και 23 του Κ.Φ.Ε.). Αντίθετα, ΔΕΝ ΕΚΠΙΠΤΟΥΝ δαπάνες που αφορούν έσοδα που πραγματοποιούνται κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους, τα οποία και δεν αποτελούν αντικείμενο φόρου. Σε περίπτωση που υπάρχουν δαπάνες που είναι κοινές, δηλαδή μπορούν να συμβάλλουν στη δημιουργία τόσο εισοδήματος υπαγόμενου σε φόρο όσο και εισοδήματος μη υπαγόμενου σε φόρο, τότε οι δαπάνες αυτές επιμερίζονται κατά την αναλογία των αντίστοιχων εσόδων.

  - β) Αστικές Μη κερδοσκοπικές εταιρείες (αρ. 45 περ. ε του Κ.Φ.Ε.), 'PRO RATA κοινών δαπανών'. Ισχύουν τα ίδια ως άνω
  - γ) Φορείς γενικής κυβέρνησης (Φ.Γ.Κ.)

'PRO RATA κοινών δαπανών'.

Δεδομένου ότι Φ.Γ.Κ. φορολογούνται για το εισόδημα που αποκτούν από κεφάλαιο καθώς και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου, εκπίπτουν οι δαπάνες που αντιστοιχούν στα εισοδήματα αυτά, ενώ ΔΕΝ ΕΚΠΙΠΤΟΥΝ οι λοιπές δαπάνες. Σε περίπτωση κοινών δαπανών, αυτές επιμερίζονται κατά την αναλογία των απαλλασσόμενων και μη εισοδημάτων. Όσον αφορά το ποιοι είναι οι ΦΓΚ ανατρέξτε στο σχετικό μητρώο το οποίο δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής στο σύνδεσμο:

http://www.statistics.gr/portal/page/portal/ESYE/BUCKET/A0701/Other/A0701_SEL08_TB_AH_00_2013_01AC_F_GR.xl

- δ1) Οικοδομικές επιχειρήσεις

'PRO RATA κοινών δαπανών'.

Εφόσον αποκτούν εισοδήματα εκτός από την πώληση οικοδομών και από λοιπές επιχειρηματικές δραστηριότητες, οι κοινές δαπάνες επιμερίζονται κατά την αναλογία των αντίστοιχων εισοδημάτων.

- δ2) Οικοδομικές επιχειρήσεις με πώληση ακινήτων μετά 1/1/2014 και άδεια οικοδομής ΜΕΤΑ 1/1/2006 Οι περιπτώσεις αυτές προσδιορίζουν τα κέρδη τους λογιστικά. Επίσης ακόμα και στη περίπτωση που η ανέγερση των ακινήτων έχει ήδη ολοκληρωθεί σε προηγούμενα έτη, για τον λογιστικό προσδιορισμό των κερδών λαμβάνονται υπόψη οι δαπάνες που αφορούν στα πωληθέντα ακίνητα έστω και αν αυτές πραγματοποιήθηκαν και καταχωρήθηκαν σε προηγούμενο φορολογικό έτος, (στο έτος ή στα έτη κατασκευής - βλ. σχετ. ΠΟΛ.1102/11.5.2015 και ΠΟΛ.1097/28.4.2015). Τα παραπάνω ισχύουν και σε περίπτωση πώλησης ημιτελών οικοδομών. Αν οι δαπάνες πραγματοποιούνται σε μεταγενέστερο χρόνο της πώλησης, αυτές εκπίπτουν κατά το χρόνο πραγματοποίησής τους (βάση του αρ. 22 του Κ.Φ.Ε.).
iv. Προσωπικές εταιρείες (αρ. 45 περ. β Κ.Φ.Ε.), που συστήθηκαν στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ με εισόδημα από ΑΚΙΝΗΤΑ Δεδομένου ότι το εισόδημά τους πλέον θεωρείται από επιχειρηματική δραστηριότητα όπως και όλων των λοιπών νομικών προσώπων ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΣ είδους (βλ. παρ. 2 άρ. 47 Κ.Φ.Ε.), με συνέπεια οι περί έκπτωσης επιχειρηματικών δαπανών διατάξεις των άρθρων 22 και 23 να έχουν εφαρμογή και στα πρόσωπα αυτά (σε αντίθεση με το προηγούμενο Κ.Φ.Ε.).
v. Αλλοδαπά ν.π. ή ν. οντότητες ΧΩΡΙΣ φορολογική κατοικία στην Ελλάδα Ως άνω, και ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ του αν αποκτά μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα ή όχι.
vi. Προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων Αφορά (ως πρόβλεψη) το ποσό προ Φ.Π.Α. ΟΜΩΣ ακόμα και σε περίπτωση που τα σχετικά ποσά ΔΕΝ έχουν εγγραφεί σε αποτελεσματικό λογαριασμό εσόδων γίνεται δεκτό ότι αν για τις υπόψη επισφάλειες αποδεικνύεται η αφερεγγυότητα του οφειλέτη (βλ. σχετ. ΠΟΛ.1056/2.3.2015), τότε τα υπόψη ποσά εκπίπτουν φορολογικά κατά το αυτό φορολογικό έτος. Το ίδιο ισχύει και για το ανεξόφλητο ποσό Φ.Π.Α. ο οποίος εκπίπτει στο έτος διαγραφής του, με την προϋπόθεση να υπάρχει υποχρέωση απόδοσής του στο Δημόσιο και έχει ήδη συμπεριληφθεί στη δήλωση Φ. Π. Α. (αρχική ή τροποποιητική) της οικείας περιόδου.
vii. Ιδιώτες πάροχοι υπηρεσιών υγείας Τα ποσά εκπτώσεων που χορηγούνται από τους συμβεβλημένους ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας προς τον ΕΟΠΥΥ κατ' εφαρμογή του μηχανισμού αυτόματης πληρωμής (claw back) και του κλιμακούμενου ποσοστού επί των ποσοστών του ΕΟΠΥΥ (rebate), μειώνουν τα ακαθάριστα έσοδα του έτους εντός του οποίου εκκαθαρίζονται και εκδίδονται τα σχετικά στοιχεία.

 

Ε Ν Ο Τ Η Τ Α Β'
Π Α Ρ Ο Χ Η  Δ Υ Ν Α Τ Ο Τ Η Τ Α Σ  Ε Κ Π Τ Ω Σ Η Σ  'Ε Ι Κ Ο Ν Ι Κ Ω Ν'  Π Α Ρ Α Σ Τ Α Τ Ι Κ Ω Ν
Δυνατότητα έκπτωσης 'καλόπιστου λήπτη' νόμιμου παραστατικού δαπάνης με ΕΙΚΟΝΙΚΟΤΗΤΑ ως προς το πρόσωπο του εκδότη (του παραστατικού της δαπάνης), βλ. σχετ. ΝΣΚ 170/2014 μερικώς αποδεκτή ως προς το εν λόγω σκέλος από την Γ.Γ.Δ.Ε. με την ΠΟΛ.1071/31.3.2015.
ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ ΟΡΟΙ ΄ΚΛΕΙΔΙΑ'
Κατά το σκεπτικό της παραπάνω γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ. εφόσον τόσο η συναλλαγή, όσο και η δαπάνη του λήπτη είναι ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΕΣ και επιπλέον (η συναλλαγή) είναι (α) εκκαθαρισμένη, (β) παραγωγική, (γ) αποτυπώνεται σε ένα 'τυπικά νόμιμο' παραστατικό - ήτοι ΜΗ πλαστό, (και σε συνέχεια σχετικής επιχειρηματικής συμφωνίας), το οποίο έχει (δ) εκδοθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις (δηλ. σύμφωνα με τον Κ.Φ.Σ. / Κ.Φ.Α.Σ. και σ.σ. πλέον τα Ε.Λ.Π.), από (ε) φορολογικά υπαρκτό πρόσωπο σε συνδυασμό με αποδεδειγμένη (στ) ΚΑΛΟΠΙΣΤΙΑ εκ μέρους του λήπτη (του παραστατικού), δηλ. ότι δεν γνώριζε βάσιμα ή οτι δεν μπορούσε να γνωρίζει ότι το πρόσωπο που εκτέλεσε τη συναλλαγή και ο τελικός εκδότης του παραστατικού ήταν διαφορετικά πρόσωπα, τότε το ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΟΥ (λήπτη) ΠΡΟΣ ΕΚΠΤΩΣΗ της σχετικής δαπάνης από τα ακαθάριστα έσοδα του ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΝΑΙΡΕΘΕΙ.
Ασφαλώς εννοείται ότι εάν η έκδοση εικονικού παραστατικού ως προς το πρόσωπο του εκδότη ήταν σε γνώση του λήπτη δηλ. ήταν σε γνώση του ότι ο εκδότης δεν ήταν το πρόσωπο που εκτέλεσε τη συναλλαγή, τότε η σχετική δαπάνη δεν μπορεί να είναι εκπεστέα.
Από τα παραπάνω εκτεθέντα σε συνδυασμό με τις νέες διατάξεις για την έκπτωση των επιχειρηματικών δαπανών συνάγεται το συμπέρασμα ότι σε περίπτωση λήψης εικονικών στοιχείων ειδικά ως προς το πρόσωπο του εκδότη, η δυνατότητα έκπτωσης της δαπάνης είναι πλέον ΜΑΧΗΤΗ. Βασική προϋπόθεση είναι η απόδειξη της καλοπιστίας του λήπτη του παραστατικού σε συνδυασμό με την εφαρμογή (για περιπτώσεις χρήσεων από 1/1/2014), των διατάξεων περί έκπτωσης επιχειρηματικών δαπανών όπως προεκτέθηκαν παραπάνω. Φυσικά η επίκληση και η απόδειξη των ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ κάθε περίπτωσης ξεχωριστά βαρύνει ιδιαίτερα.
Σημειώνεται τέλος ότι τα φορολογικά πρόστιμα που προβλέπονται και εν συνεχεία επιβάλλονται και στο (καλόπιστο) λήπτη λόγω της αποδοχής ΕΙΚΟΝΙΚΟΥ ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΟΥ/ΩΝ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ -αν και πάντα ελαφρύτερα σε σχέση με όλες τις λοιπές περιπτώσεις εικονικών - ΔΕΝ επηρρεάζουν, εξ' αυτού του λόγου, την (ενδεχόμενη) έκπτωση της σχετικής δαπάνης βάση των παραπάνω λεχθέντων.
'Φορολογικά
υπαρκτός'
Φορολογικώς υπαρκτός θεωρείται ο επιτηδευματίας, ο οποίος έχει δηλώσει έναρξη επιτηδεύματος και έχει θεωρήσει νομίμως βιβλία και στοιχεία στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. της έδρας ή κατοικίας του (ΣτΕ 533/2013, ΣτΕ 116/2013, ΣτΕ 505/2012, ΣτΕ 1498/2011 κλπ).
'Καλόπιστος
Λήπτης'
Κατά πάγια νομολογία δεν νοείται κατ' αρχήν η καλή πίστη του λήπτη εικονικού στοιχείου από συναλλακτικώς ανύπαρκτο επιχειρηματία εκτός και αν ο λήπτης αποδείξει το αντίθετο (ΣτΕ 505/2012). Ενδεικτικά επίσης ρητή θέση της διοίκησης και μάλιστα δια νόμου υπήρξε στο πρόσφατο παρελθόν η περιγραφή της 'καλής πίστης' στις περιπτώσεις εικονικότητας (υποπερίπτωση ββ' του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 55 του Κ.Φ.Δ. όπως ίσχυσε αρχικά), ήτοι 'ο λήπτης του εικονικού στοιχείου τεκμαίρεται ότι τελούσε σε καλή πίστη εφόσον, έχει εξοφλήσει μέσω πιστωτικού ιδρύματος ή αξιογράφων πλήρως την αξία του τιμολογίου και τον αναλογούντα φόρο προστιθέμενης αξίας στον εκδότη του στοιχείου και καταθέσει στη Φορολογική Διοίκηση τα σχετικά παραστατικά με αναφορά στο εικονικό στοιχείο'. Με δεδομένο ότι το παραπάνω ΔΕΝ ισχύει πλέον αναφέρεται ΚΑΘΑΡΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ σε μια προσπάθεια αποσαφήνισης του όρου 'καλή πίστη'.
Εικονικότητα
(γενικά)'
Εικονικό είναι το στοιχείο που εκδίδεται για συναλλαγή ανύπαρκτη στο σύνολο της ή για μέρος αυτής ή για συναλλαγή που πραγματοποιήθηκε από πρόσωπα διαφορετικά από αυτά που αναγράφονται στο στοιχείο ή το ένα από αυτά είναι άγνωστο φορολογικώς πρόσωπο, με την έννοια ότι δεν έχει δηλώσει την έναρξη του επιτηδεύματος του ούτε έχει θεωρήσει στοιχεία στην «Φορολογική Διοίκηση».
Εικονικό είναι επίσης το στοιχείο που φέρεται ότι εκδόθηκε ή έχει ληφθεί από εικονική εταιρία, κοινοπραξία, κοινωνία ή άλλη οποιασδήποτε μορφής επιχείρηση ή από φυσικό πρόσωπο για το οποίο αποδεικνύεται, ότι είναι παντελώς αμέτοχο με τη συγκεκριμένη συναλλαγή, οπότε στην τελευταία αυτή περίπτωση η σχετική διοικητική κύρωση επιβάλλεται, καθώς και η ποινική δίωξη ασκείται κατά του πραγματικού υπευθύνου που υποκρύπτεται (αρ 55 παρ. 1 περ. ε ν.4174/2013 Κ.Φ.Δ. μέχρι το ν. 4337/2015)..
Πλαστότητα
(γενικά)
Θεωρείται ως πλαστό και το φορολογικό στοιχείο που έχει διατρηθεί ή σφραγιστεί με οποιονδήποτε τρόπο, χωρίς να έχει καταχωριστεί στα οικεία βιβλία της «Φορολογικής Διοίκησης» σχετική πράξη θεώρησης του και εφόσον η μη καταχώριση τελεί σε γνώση του υπόχρεου για τη θεώρηση του φορολογικού στοιχείου. Θεωρείται ως πλαστό και το φορολογικό στοιχείο και όταν οι αξίες που αναγράφονται στο πρωτότυπο και στο αντίτυπο αυτού, το οποίο χρησιμοποιείται για φορολογικούς σκοπούς είναι διαφορετικές (αρ 55 παρ. 1 περ. δ ν.4174/2013 Κ.Φ.Δ. μέχρι το ν. 4337/2015).
Ε Ν Ο Τ Η Τ Α Γ'
'Ε Κ Π Ι Π Τ Ο Μ Ε Ν Ε Σ  Δ Α Π Α Ν Ε Σ  Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ο Ν Ι Κ Η Σ και Τ Ε Χ Ν Ο Λ Ο Γ Ι Κ Η Σ Ε Ρ Ε Υ Ν Α Σ'
(Δαπάνες R και D)
Έκπτωση δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας ΔΙΚΑΙΟΥΝΤΑΙ φ.π. / ν.π και ν. οντότητες που πραγματοποιούν τέτοιου είδους δαπάνες (βλ. παρακάτω ποιες χαρακτηρίζονται τέτοιες), ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ από τον τρόπο τήρησης των βιβλίων τους (απλογραφικά/διπλογραφικά).
Π Ρ Ο Ϋ Π Ο Θ Ε Σ Ε Ι Σ Σ Χ Ο Λ Ι Α / Δ Ι Ε Υ Κ Ρ Ι Ν Ι Σ Ε Ι Σ
-Προεδρικό Διάταγμα (που θα εκδοθεί) θα περιγράφει επακριβώς τα κριτήρια χαρακτηρισμού τέτοιων δαπανών (μέχρι τη σύνταξη του παρόντος κάτι τέτοιο ΔΕΝ έχει συμβεί). Για τα χαρακτηρισμό των σχετικών δαπανών εξακολουθεί να ισχύει η με αρ. 12962(ΠΟΛ) 2029/3-11-1987 απόφαση του Υπουργού Ενέργειας και Τεχνολογίας.
- Οι σχετικές δαπάνες εκπίπτουν κατά το έτος πραγματοποίησης τους ΠΡΟΣΑΥΞΗΜΕΝΕΣ κατά 30% Η προσαύξηση 30% γίνεται ΕΞΩΛΟΓΙΣΤΙΚΑ (κατά την υποβολή της δήλωσης εισοδήματος), τόσο για τις δαπάνες πάγιου εξοπλισμού όσο και για τις λοιπές δαπάνες.
- Ειδικά οι δαπάνες σε ΠΑΓΙΑ αφού προσαυξηθούν κατανέμονται στα τρία (3) επόμενα έτη Αν προκύψει ζημιά (αφού αφαιρεθεί η προσαύξηση 30%), αυτή ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΤΑΙ με μελλοντικά κέρδη (βλ. αρ. 27 Κ.Φ.Ε.).
Ως εκπιπτόμενες δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας θεωρούνται αυτές με τα την αφαίρεση επιδοτήσεων / επιχορηγήσεων που έχουν (πιθανά) ληφθεί.
Μέχρι τη κατάθεση της ετήσιας δήλωσης εισοδήματος (φ.π. / ν.π. κατά περίπτωση), υποβάλλεται στην Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων ΑΙΤΗΣΗ για την έγκριση των δαπανών αυτών. Σε περίπτωση ΜΗ έγκρισης αυτών υποβάλλεται τροποποιητική δήλωση εισοδήματος χωρίς την επιβολή τόκων προσαυξήσεων ή προστίμων.

Πηγές:
Ο ν. 4172/2013 και οι τροποποιήσεις του μέχρι και το ν. 4336/2015.

Οι σχετικές εγκύκλιοι ΠΟΛ. του Υπ.Οικ. διαχρονικά.

Οι σχετικές ατομικές λύσεις και λοιπές ερμηνευτικές εγκύκλιοι του Υπ.Οικ. διαχρονικά.

Σημειώσεις και υλικό ενημερωτικών σεμιναρίων ΕΚΔΔΑ ετών 2014/2015.

Πηγή: www.taxheaven.gr

09/03/2016

analwsh kefalaiou

Ο αναλογών φόρος εισοδήματος αφαιρείται υπό προϋποθέσεις από τα συνολικά εισοδήματα. Πιο συγκεκριμένα, κατά τον υπολογισμό της ανάλωσης κεφαλαίου αφαιρείται από το εισόδημα, αν για τον προσδιορισμό των κεφαλαίων προηγούμενων ετών λαμβάνονται υπόψη οι πραγματικές δαπάνες διαβίωσης και όχι οι τεκμαρτές του άρθρου 16 του ν. 2238/19941. Για το θέμα αυτό δεν είχαν δοθεί ποτέ αναλυτικές οδηγίες με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί όλα αυτά τα χρόνια μια μεγάλη σύγχυση, που πολλές φορές οδηγούσε σε λανθασμένη αντιμετώπιση από φορολογούμενους αλλά και ελεγκτές.

1.1.1. Διευκρινίσεις σχετικά με την αφαίρεση του αναλογούντος φόρου


Όπως ήδη αναφέραμε ο αναλογών φόρος εισοδήματος αφαιρείται από τα θετικά στοιχεία (φορολογούμενα εισοδήματα, αυτοτελώς φορολογούμενα ποσά κ.λπ.), αν για τον προσδιορισμό του κεφαλαίου προηγουμένων ετών λαμβάνονται υπόψη οι πραγματικές δαπάνες διαβίωσης και όχι οι τεκμαρτές δαπάνες του άρθρου 16 του ν. 2238/1994 (τεκμαρτή δαπάνη ακινήτου, αυτοκινήτου, σκάφους αναψυχής κ.λπ.).

Για να κατανοήσουμε την έννοια των πραγματικών δαπανών, καθώς και πότε πρέπει να αφαιρείται ο αναλογών φόρος, χρειάζεται αρχικά να κάνουμε μια σύντομη ιστορική αναδρομή και στη συνέχεια να προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε τις διατάξεις αυτές, ώστε να γίνουν κατανοητές από τους αναγνώστες.


1.1.2. Ιστορική αναδρομή

i. Σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν βάσει του ν. 820/1978, είχαν γίνει δεκτά τα ακόλουθα2:

«[...] 3. Στην περίπτωση που στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος δεν δηλώνονται στοιχεία προσδιορισμού τεκμαρτής δαπάνης (π.χ. αγορά περιουσιακού στοιχείου, δάνεια προς εταιρείες, κατοχή αυτοκινήτου κ.λπ.) που αναφέρονται στις διατάξεις των άρθρων 11 και 12, προκειμένου να υπολογισθεί, για το χρόνο αυτό, το ποσό του εισοδήματος που απομένει για σχηματισμό κεφαλαίου, θα μειωθεί με ένα εύλογο ποσό δαπανών διαβιώσεως, το οποίο να ανταποκρίνεται κατά το δυνατό, στις πραγματικές δαπάνες που αντιμετωπίζει ο φορολογούμενος για την συντήρησή του και τη συντήρηση των μελών της οικογένειάς του. Για το σκοπό αυτό θα πρέπει ο Οικον. Έφορος μεταξύ των άλλων, να λαμβάνει υπόψη του: α) την οικογενειακή κατάσταση του φορολογουμένου (αριθμός μελών της οικογενείας του, κοινωνική παράσταση κ.λπ.), β) τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν στον τόπο που έχει την κατοικία του, γ) τα στοιχεία των οικογενειακών προϋπολογισμών που καταρτίζουν και δημοσιεύουν κάθε χρόνο το Υπουργείο Κοινωνικών Υπηρεσιών και η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία και δ) αν ο φορολογούμενος συντηρείται από άλλα πρόσωπα (γονείς κ.λπ.) [...]».

ii. Στο τέλος της παρ. 8 του άρθρου 5 του ν. 3323/1955 (έτσι όπως ίσχυε μέχρι τις αλλαγές που επέφερε ο ν. 2065/1992), αναφερόταν τα ακόλουθα: «Για τον προσδιορισμό του κεφαλαίου κάθε έτους από τα εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα απαλλαγεί από το φόρο, τα οποία προκύπτουν από συμψηφισμό των θετικών και αρνητικών στοιχείων αυτών, τα χρηματικά ποσά, τα οριζόμενα στις περιπτώσεις β', γ', δ', ε' και στ' και οποιοδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδειγμένα έχει εισπραχθεί, εκπίπτουν οι δαπάνες που ο προσδιορισμός τους ορίζεται από τις παραγράφους 2 έως 5. Στην περίπτωση κατά την οποία το σύνολο των αφορολόγητων ποσών χωρίς δικαιολογητικά των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 8, των δαπανών με δικαιολογητικά των παραγράφων 6, 7 και 11 του ίδιου άρθρου και του ποσού του αναλογούντος φόρου είναι ανώτερο από τη συνολική ετήσια τεκμαρτή δαπάνη διαβίωσης των παραγράφων 2 έως 4, για τον προσδιορισμό του κεφαλαίου λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των ποσών αυτών αντί της συνολικής ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης διαβίωσης των παραγράφων 2 έως 4».
Από τα ανωτέρω βλέπουμε ότι, αν το άθροισμα των πραγματικών δαπανών (έξοδα ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης, εισφορές και ασφαλιστικά ταμεία, τόκοι δανείων κ.λπ.) και του αναλογούντος φόρου ήταν μεγαλύτερο από το ποσό των τεκμαρτών δαπανών (αυτοκινήτων, σκαφών κ.λπ.), τότε κατά την ανάλωση κεφαλαίου λαμβάνονταν υπόψη το μεγαλύτερο, ήτοι το άθροισμα των πραγματικών δαπανών και του αναλογούντος φόρου.

iii. Μετά τις αλλαγές που επέφερε στο ν.δ. 3323/1955 ο ν. 2065/1992 (δείτε αναλυτικά την διαχρονική εξέλιξη του ν.δ. 3323/1955 στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α’ του τόμου "Η ανάλωση κεφαλαίου. Θεωρία και πράξη"), τροποποιήθηκε η σχετική παράγραφος του άρθρου 5 και διαμορφώθηκε ως εξής: «[...] Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν δαπάνες με βάση τις παραγράφους 2 έως 43 ή αν το ποσό τους είναι μικρότερο από τις 1.000.000 δραχμές, το ποσόν που πρέπει να εκπεσθεί αντί αυτών προσδιορίζεται με βάση την κοινωνική, οικονομική και οικογενειακή κατάσταση των φορολογουμένων και των αποδεδειγμένων δαπανών διαβίωσής τους και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερο του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών». Μετά την κωδικοποίηση των διατάξεων που επήλθε με τον ν. 2238/1994 η ανωτέρω διάταξη ενσωματώθηκε στην παρ. 2 του άρθρου 19 του Κ.Φ.Ε.4

iv. Με τον ν. 3842/2010, η ανωτέρω διάταξη τροποποιήθηκε ως ακολούθως: «[...] Αν δεν υπάρχουν δαπάνες με βάση το άρθρο 16 ή αν το ποσό τους είναι μικρότερο από τις τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ προκειμένου για άγαμο και πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ προκειμένου για συζύγους, το ποσό που πρέπει να εκπέσει προσδιορίζεται με βάση την κοινωνική, οικονομική και οικογενειακή κατάσταση των φορολογουμένων και τις αποδεδειγμένες δαπάνες διαβίωσής τους και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερο των τριών χιλιάδων (3.000) και πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, αντίστοιχα».

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι στην περίπτωση που δεν υπάρχουν δαπάνες με βάση το άρθρο 16 του ν. 2238/1994 ή υπάρχουν αλλά το ποσό τους είναι μικρότερο από 3.000,00 για άγαμο και 5.000 ευρώ για έγγαμο (για τα οικ. έτη 2003-2010 ήταν 2.900 € και για τα οικ. έτη 1993-2009 ήταν 1.000.000 δρχ.), το ποσό που πρέπει να εκπεσθεί αντί αυτών προσδιορίζεται με βάση την κοινωνική, οικονομική και οικογενειακή κατάσταση των φορολογουμένων και των αποδεδειγμένων δαπανών διαβίωσής τους και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 3.000,00 για άγαμο ή 5.000,00 για έγγαμο5. Ο προσδιορισμός του γίνεται από τον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. ανάλογα με την κοινωνική, οικονομική και οικογενειακή κατάσταση, καθώς και τις αποδεδειγμένες δαπάνες διαβίωσης. Η εξεύρεση του ποσού αυτού αποτελεί θέμα εξέτασης πραγματικών περιστατικών, τα οποία ανήκουν στην αποκλειστική δικαιοδοσία του προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ.6

1.1.3. Ερμηνεία των ανωτέρω διατάξεων

Θα προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε τις ανωτέρω διατάξεις έχοντας πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μας τη βούληση του νομοθέτη. Όπως ήδη αναφέραμε με τις διατάξεις του ν. 820/1978 ο αρμόδιος έφορος στις περιπτώσεις που δεν υπήρχαν δαπάνες του τότε άρθρου 11 και 12 (αγορά περιουσιακού στοιχείου, δάνεια προς εταιρείες, κατοχή αυτοκινήτου κ.λπ.), είχε τη δυνατότητα κατά τον προσδιορισμό της ανάλωσης κεφαλαίου του φορολογούμενου, να προσδιορίσει τις πραγματικές δαπάνες του λαμβάνοντας υπόψη τις παραμέτρους που μνημονεύσαμε (οικογενειακή κατάσταση, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν στον τόπο που έχει την κατοικία του κ.λπ.).

Με τον ν. 1828/1989 τροποποιήθηκε το άρθρο 5 του ν.δ. 3323/1955 και εισήχθη η διάταξη που παραθέσαμε ανωτέρω που ανέφερε ότι, όταν αν το άθροισμα των πραγματικών δαπανών (έξοδα ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης, εισφορές και ασφαλιστικά ταμεία, τόκοι δανείων κ.λπ.) και του αναλογούντος φόρου ήταν μεγαλύτερο από το ποσό των τεκμαρτών δαπανών (αυτοκινήτων, σκαφών κ.λπ.), τότε κατά την ανάλωση κεφαλαίου λαμβάνονταν υπόψη το μεγαλύτερο, ήτοι το άθροισμα των πραγματικών δαπανών και του αναλογούντος φόρου. Ουσιαστικά, για τα οικ. έτη 1989-1992 γινόταν ένας έλεγχος και αν το ποσό των τεκμηρίων (αυτοκίνητα, σκάφη κ.λπ.) ήταν μικρότερο από το άθροισμα των πραγματικών δαπανών και του αναλογούντος φόρου, τότε κατά τον προσδιορισμό της ανάλωσης κεφαλαίου του οικείου οικον. έτους έπρεπε να αφαιρεθεί και ο αναλογών φόρος. Συνεπώς, μόνο σ΄αυτή την περίπτωση υπήρχε υποχρέωση αφαίρεσης και του αναλογούντος φόρου.

Στη συνέχεια, με την ψήφιση του ν. 2065/1992, τροποποιήθηκε εκ νέου το άρθρο 5 του ν.δ. 3323/1955 και εισήχθη μια νέα διάταξη που όριζε ένα «πλαφόν» 1.000.000 δρχ. σαν ελάχιστο ποσό διαβίωσης που έπρεπε να αφαιρεθεί κατά την ανάλωση κεφαλαίου στις περιπτώσεις που δεν υπήρχαν τεκμαρτές δαπάνες (αυτοκίνητα κ.λπ.) ή υπήρχαν αλλά ήταν μικρότερες του ενός εκατομμυρίου δραχμών. Με την διάταξη αυτή καθορίστηκε το ελάχιστο ποσό διαβίωσης που έπρεπε να αφαιρεθεί ώστε να μην υπάρχουν προστριβές ανάμεσα στους φορολογούμενους και τους υπαλλήλους των Δ.Ο.Υ. Όμως, ο νόμος όπως είδαμε ανέφερε τα εξής: «Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν δαπάνες με βάση τις παραγράφους 2 έως 47 ή αν το ποσό τους είναι μικρότερο από τις 1.000.000 δραχμές, το ποσόν που πρέπει να εκπεσθεί αντί αυτών προσδιορίζεται με βάση την κοινωνική, οικονομική και οικογενειακή κατάσταση των φορολογουμένων και των αποδεδειγμένων δαπανών διαβίωσής τους και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερο του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών». Βλέπουμε ότι ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. στα πλαίσια της εξελεγκτικής εξουσίας του μπορούσε να ερευνήσει τα πραγματικά περιστατικά και να προσδιορίσει τις πραγματικές δαπάνες του φορολογούμενου —στις περιπτώσεις που δεν υπήρχαν τεκμήρια του τότε άρθρου 5 του ν.δ. 3323/1955 (νυν άρθρου 16 του ν. 2238/1994)—, βάσει των αποδεδειγμένων δαπανών του αλλά και βάσει της κοινωνικής, οικονομικής και οικογενειακής του κατάστασης.

Η ίδια διάταξη ενσωματώθηκε στη συνέχεια στον κώδικα φορολογίας εισοδήματος (ν. 2238/1994)8 και αφού τροποποιήθηκε όσον αφορά στο ποσό (έγινε 2.900,00 κατά την εισαγωγή του ευρώ στις συναλλαγές από το οικ. έτος 2003), έφτασε στη μορφή που ήδη παραθέσαμε ανωτέρω μετά τις αλλαγές που επήλθαν με τον ν. 3842/20109.

Μετά την καθιέρωση του ν. 4172/2013, η ίδια ως άνω διάταξη ενσωματώθηκε στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης ζ΄ της παρ. 2 του άρθρου 34 του κώδικα αυτού.

Προκειμένου όλα τα παραπάνω να γίνουν αντιληπτά παραθέτουμε τα ακόλουθα παραδείγματα10.

 

1.1.4. Παραδείγματα

 

i. Οικ. έτη από 1981 έως 1988

Έστω ότι ένας φορολογούμενος είχε τα ακόλουθα οικονομικά στοιχεία:

Οικονομικά στοιχεία (σε δρχ.)
Φορολογούμενα εισοδήματα 15.000
Αφορολόγητα και φορολογηθέντα κατ' ειδικό τρόπο 1.500
ΣΥΝΟΛΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ 16.500
Τεκμαρτές δαπάνες (αυτοκίνητα, σκάφη κ.λπ.) 0
Δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων κ.λπ. 0
Εισφορές σε ασφαλιστικά ταμεία υποχρεωτικής ασφάλισης 3.500
Έξοδα ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης 5.000
Ασφάλιστρα ζωής 1.500
Ενοίκιο κατοικίας 6.200
Αναλογών φόρος εισοδήματος 5.200
ΣΥΝΟΛΟ ΤΕΚΜΗΡΙΩΝ ΚΑΙ ΔΑΠΑΝΩΝ 21.400

Κατά τον προσδιορισμό της ανάλωσης κεφαλαίου του οικείου οικ. έτους, επειδή δεν υπάρχουν τεκμαρτές δαπάνες (άρθρο 11) ούτε δαπάνες απόκτησης (άρθρο 12) του ν. 820/1978, ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. μπορεί να προσδιορίσει τις δαπάνες που πρέπει να αφαιρεθούν λαμβάνοντας υπόψη τους ακόλουθους παράγοντες: α) την οικογενειακή κατάσταση του φορολογουμένου (αριθμός μελών της οικογενείας του, κοινωνική παράσταση κ.λπ.), β) τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν στον τόπο που έχει την κατοικία του, γ) αν ο φορολογούμενος συντηρείται από άλλα πρόσωπα (γονείς κ.λπ.).

 

ii. Οικ. έτη από 1989 έως 1992

Έστω ότι ένας φορολογούμενος είχε τα ακόλουθα οικονομικά στοιχεία:

Οικονομικά στοιχεία (σε δρχ.)
Φορολογούμενα εισοδήματα 25.000
Αφορολόγητα και φορολογηθέντα κατ' ειδικό τρόπο 3.000
ΣΥΝΟΛΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ 28.000
Τεκμαρτές δαπάνες (αυτοκίνητα, σκάφη κ.λπ.) 10.000
Δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων κ.λπ. 0
Εισφορές σε ασφαλιστικά ταμεία υποχρεωτικής ασφάλισης 3.500
Έξοδα ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης 5.000
Ασφάλιστρα ζωής 1.500
Ενοίκιο κατοικίας 6.200
Αναλογών φόρος εισοδήματος 5.200
ΣΥΝΟΛΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓ. ΦΟΡΟΥ 21.400

Κατά τον προσδιορισμό της ανάλωσης κεφαλαίου του οικείου οικ. έτους, επειδή οι τεκμαρτές δαπάνες (10.000) είναι μικρότερες από το άθροισμα των πραγματικών δαπανών και του αναλογούντος φόρου [(3.500+5.000+1.500+6.200)+5.200], ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. κατά την ανάλωση κεφαλαίου του φορολογούμενου μπορεί να αφαιρέσει από το σύνολο των θετικών στοιχείων (φορολογούμενα εισοδήματα, αυτοτελώς φορολογούμενα ποσά) το άθροισμα των πραγματικών δαπανών και του αναλογούντος φόρου. Συνεπώς, στο παράδειγμά μας θα έχουμε:
Σύνολο εισοδημάτων: 28.000 μείον Σύνολο πραγματικών δαπανών και αναλογούντος φόρου: 21.400, υπόλοιπο: 6.600.

iii. Οικ. έτη από 1993 έως 2003

Έστω ότι ένας φορολογούμενος είχε τα ακόλουθα οικονομικά στοιχεία:

Οικονομικά στοιχεία (σε δρχ.)
Φορολογούμενα εισοδήματα 2.500.000
Αφορολόγητα και φορολογηθέντα κατ' ειδικό τρόπο 500.000
ΣΥΝΟΛΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ 3.000.000
Τεκμαρτές δαπάνες (αυτοκίνητα, σκάφη κ.λπ.) 0
Δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων κ.λπ. 0
Εισφορές σε ασφαλιστικά ταμεία υποχρεωτικής ασφάλισης 500.000
Έξοδα ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης 145.000
Ασφάλιστρα ζωής 150.000
Ενοίκιο κατοικίας 650.000
Αναλογών φόρος εισοδήματος 350.000
ΣΥΝΟΛΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓ. ΦΟΡΟΥ 1.795.000

Κατά τον προσδιορισμό της ανάλωσης κεφαλαίου του οικείου οικ. έτους, επειδή δεν υπάρχουν δαπάνες του άρθρου 16, ο φορολογούμενος αφαίρεσε το ποσό της ελάχιστης δαπάνης διαβίωσης που ορίζεται στο νόμο, ήτοι 1.000.000 δρχ. Όμως, ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. —στα πλαίσια της εξελεγκτικής εξουσίας του—, λαμβάνοντας υπόψη τις πραγματικές και αποδεδειγμένες δαπάνες διαβίωσης του φορολογούμενου, προέβη στην αφαίρεση του ποσού του 1.795.000 που ήταν το άθροισμα των πραγματικών δαπανών του και του αναλογούντος φόρου και δεν δέχτηκε την αφαίρεση του ποσού του 1.000.000.

 

iv. Οικ. έτη από 2004 έως 2010

Έστω ότι ένας φορολογούμενος είχε τα ακόλουθα οικονομικά στοιχεία:

Οικονομικά στοιχεία (σε ευρώ)
Φορολογούμενα εισοδήματα 150.000,00
Αφορολόγητα και φορολογηθέντα κατ' ειδικό τρόπο 3.500,00
ΣΥΝΟΛΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ 153.500,00
Τεκμαρτές δαπάνες (αυτοκίνητα, σκάφη κ.λπ.) 0
Δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων κ.λπ. 12.000,00
Εισφορές σε ασφαλιστικά ταμεία υποχρεωτικής ασφάλισης 3.500,00
Έξοδα ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης 2.500,00
Ασφάλιστρα ζωής 4.500,00
Ενοίκιο κατοικίας 6.500,00
Αναλογών φόρος εισοδήματος 5.000,00
ΣΥΝΟΛΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓ. ΦΟΡΟΥ 34.000,00

 

Κατά τον προσδιορισμό της ανάλωσης κεφαλαίου του οικείου οικ. έτους, επειδή δεν υπάρχουν δαπάνες του άρθρου 16, ο φορολογούμενος αφαίρεσε το ποσό της ελάχιστης δαπάνης διαβίωσης που ορίζεται στο νόμο, ήτοι 2.900,00 ευρώ. Όμως, ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. —στα πλαίσια της εξελεγκτικής εξουσίας του—, λαμβάνοντας υπόψη τις πραγματικές και αποδεδειγμένες δαπάνες διαβίωσης του φορολογούμενου, προέβη στην αφαίρεση του ποσού των 34.000,00 ευρώ [12.000,00 + 3.500,00 + 2.500,00 + 4.500,00 + 6.500,00 + 5.000,00] που ήταν το άθροισμα των πραγματικών δαπανών του και του αναλογούντος φόρου και δεν δέχτηκε την αφαίρεση του ποσού των 2.900,00. Το ίδιο θα μπορούσε να πράξει ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ακόμη κι αν υπήρχε μια τεκμαρτή δαπάνη του άρθρου 16 η οποία ήταν μικρότερη των 2.900,00 ευρώ.

 

v. Οικ. έτη από2011 και μετά

Έστω ότι ένας φορολογούμενος είχε τα ακόλουθα οικονομικά στοιχεία:

Οικονομικά στοιχεία (σε ευρώ)
Φορολογούμενα εισοδήματα 80.000,00
Αφορολόγητα και φορολογηθέντα κατ' ειδικό τρόπο 3.500,00
ΣΥΝΟΛΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ 83.500,00
Τεκμαρτές δαπάνες (αυτοκίνητα, σκάφη κ.λπ.) 2.100,00
Δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων κ.λπ. 12.000,00
Εισφορές σε ασφαλιστικά ταμεία υποχρεωτικής ασφάλισης 3.500,00
Έξοδα ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης 2.500,00
Ασφάλιστρα ζωής 4.500,00
Ενοίκιο κατοικίας 6.500,00
Ποσά οικογενειακών δαπανών (κωδ. 049) 20.000,00
Αναλογών φόρος εισοδήματος 5.000,00
ΣΥΝΟΛΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓ. ΦΟΡΟΥ 54.000,00

Κατά τον προσδιορισμό της ανάλωσης κεφαλαίου του οικείου οικ. έτους, επειδή δεν υπάρχουν δαπάνες του άρθρου 16, ο φορολογούμενος αφαίρεσε το ποσό της ελάχιστης δαπάνης διαβίωσης που ορίζεται στο νόμο, ήτοι 2.100,00 ευρώ. Όμως, ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. —στα πλαίσια της εξελεγκτικής εξουσίας του—, λαμβάνοντας υπόψη τις πραγματικές και αποδεδειγμένες δαπάνες διαβίωσης του φορολογούμενου, προέβη στην αφαίρεση του ποσού των 54.000,00 ευρώ [12.000,00 + 3.500,00 + 2.500,00 + 4.500,00 + 6.500,00 + 5.000,00 + 20.000,00] που ήταν το άθροισμα των πραγματικών δαπανών του και του αναλογούντος φόρου και δεν δέχτηκε την αφαίρεση του ποσού των 2.100,00 (το ποσό δηλαδή της ελάχιστης αντικειμενικής δαπάνης του άρθρου 16 μειωμένου κατά 30% σύμφωνα με την περ. ζ του άρθρου 18 του Κ.Φ.Ε.). Το ίδιο θα μπορούσε να πράξει ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ακόμη κι αν υπήρχε μια τεκμαρτή δαπάνη του άρθρου 16 η οποία ήταν μικρότερη των 3.000,00 ευρώ.

Παρατήρηση
Από τα παραπάνω παραδείγματα προκύπτει το εξής οξύμωρο. Αν στο παράδειγμα υπ΄ αριθμ. 5 ο φορολογούμενος έχει στην κατοχή του ένα αυτοκίνητο με αντικειμενική δαπάνη 3.500,00 ευρώ, τότε ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. δεν μπορεί κατά την ανάλωση κεφαλαίου να προσδιορίσει το ποσό που θα αφαιρεθεί βάσει των πραγματικών δαπανών. Δηλαδή στο παράδειγμά μας ο φορολογούμενος που διαθέτει το αυτοκίνητο αξίας 3.500,00 θα έχει κεφάλαιο προς ανάλωση για το οικείο οικονομικό έτος ύψους 77.900,00 [εισοδήματα 83.500 μείον 3.500,00 (αντικειμενική δαπάνη αυτοκινήτου) μείον 2.100,00 (ελάχιστη αντικειμενική δαπάνη)], και ο φορολογούμενος που δεν διαθέτει κανένα τεκμήριο θα είχε κεφάλαιο προς ανάλωση (μετά τον προσδιορισμό του προϊσταμένου) 29.500,00 [εισοδήματα 83.500 μείον 54.000,00 (σύνολο πραγματικών δαπανών].

1.1.5. Επίλογος

Με τα ανωτέρω καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι δεν πρέπει να αφαιρείται συλλήβδην ο αναλογών φόρος και οι πραγματικές δαπάνες, αλλά μόνο όταν ισχύουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις. Συνεπώς, δεν πρέπει να δεχόμαστε την αφαίρεση των εν λόγω ποσών σε κάθε περίπτωση, αλλά μόνο εφόσον πληρούνται όσα αναφέρονται στην ανάλυσή μας. 

________________________

[1] Βλ. σχετ. απόφαση ΠΟΛ.1094/23.3.1989. Δείτε ακόμη τα υπ’ αριθμ. 1061640/Α0012/26.8.2008 και 1099949/Α0012/14.11.2000 έγγραφα του Υ.Ο.

[2] Βλ. σχετ. ΠΟΛ.179/26.8.1981 απόφαση του Υ.Ο.

[3] Αναφέρονται στην τεκμαρτή δαπάνη διαβίωσης (αυτοκίνητα, σκάφη κ.λπ.).

[4] Το ποσό αυτό από το οικ. έτος 2003-2010 είχε μετατραπεί σε ευρώ, ήτοι 2.900,00 ευρώ.

[5] 2.900 € ή 1.000.000 δρχ. όπως ίσχυε διαχρονικά. Η έκπτωση των 2.900 € ή του 1.000.000 δρχ. διενεργείται από το συνολικό οικογενειακό εισόδημα και αφορά και τους δύο συζύγους.

[6] Βλ. σχετ. 1022245/380/Α0012/16.4.1997 έγγραφο του Υ.Ο.

[7] Αναφέρονται στην τεκμαρτή δαπάνη διαβίωσης (αυτοκίνητα, σκάφη κ.λπ).

[8] Στην παρ. 2 του άρθρου 19 του Κ.Φ.Ε.

[9] Βλ. ανωτέρω περίπτωση iv.

[10] Να τονίσουμε ότι στα παραδείγματα που παρατίθενται εκφράζουμε τις προσωπικές μας απόψεις που βρίσκουν έρεισμα στη συνδυαστική μελέτη των διατάξεων που μνημονεύουμε.

Πηγή: www.taxheaven.gr

03/03/2016

Πότε έχουν υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης τα ανήλικα και ενήλικα τέκνα.

Στο παρακάτω άρθρο αναλύονται οι διατάξεις του Ν. 4172/2013 και των διευκρινιστικών αποφάσεων που έχουν εκδοθεί και αφορούν την υποχρέωση υποβολής δήλωσης από εξαρτώμενα μέλη.

1. Εξαρτώμενα μέλη

Εξαρτώμενα μέλη, σύμφωνα με τον Ν. 4172/2013 (άρθρο 11), θεωρούνται :

α) ο (η) σύζυγος, εφόσον δεν έχει ίδια φορολογητέα εισοδήματα οποιασδήποτε πηγής,

β) άγαμα τέκνα που το ετήσιο φορολογητέο εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ και εφόσον συνοικούν με τον φορολογούμενο και είναι :

- ανήλικα έως 18 ετών ή

- ενήλικα έως 25 ετών και φοιτούν σε σχολές ή σχολεία ή ινστιτούτα επαγγελματικής εκπαίδευσης ή κατάρτισης της ημεδαπής ή αλλοδαπής ή

- ενήλικα έως 25 ετών και είναι εγγεγραμμένα στα μητρώα ανέργων του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) ή υπηρετούν τη στρατιωτική θητεία τους.

γ) τα παρακάτω φυσικά πρόσωπα με ποσοστό νοητικής ή σωματικής αναπηρίας τουλάχιστον 67%, εφόσον είναι άγαμα, διαζευγμένα ή σε χηρεία και το ετήσιο εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ:

- τέκνα του φορολογούμενου,

- αδελφοί και αδελφές των δύο συζύγων.

δ) ανιόντες που το ετήσιο φορολογητέο εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ και συνοικούν με τον φορολογούμενο,

ε) ανήλικα ορφανά από πατέρα και μητέρα που έχουν έως τρίτου βαθμού συγγένεια με το φορολογούμενο ή τον/τη σύζυγο και το ετήσιο φορολογητέο εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ και συνοικούν με τον φορολογούμενο.

Επισημαίνεται ότι για τον προσδιορισμό του ορίου του ετήσιου φορολογητέου εισοδήματος των τριών (3.000)  και έξι (6.000) χιλιάδων ευρώ δεν λαμβάνονται υπόψη η διατροφή που καταβάλλεται σε ανήλικο τέκνο με δικαστική απόφαση ή με συμβολαιογραφική πράξη ή με ιδιωτικό έγγραφο και το εξωϊδρυματικό επίδομα ή τα προνοιακά επιδόματα αναπηρίας που χορηγούνται από το κράτος.

2. Υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης

Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 67 του Ν. 4172/2013, ο φορολογούμενος που έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του υποχρεούται να δηλώνει όλα τα εισοδήματά του, τα φορολογούμενα με οποιοδήποτε τρόπο ή απαλλασσόμενα, στη Φορολογική Διοίκηση ηλεκτρονικά.

Για την ορθή εφαρμογή του άρθρου 67 εκδόθηκε η ΠΟΛ. 1067/2015 με την οποία ορίζεται για την παρ. 1 του άρθρου αυτού ότι :

«Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 67 του N.4172/2013 καθορίζεται ποιοι είναι υπόχρεοι σε δήλωση φορολογίας εισοδήματος, ο τρόπος υποβολής, καθώς και τα εισοδήματα που θα δηλωθούν. Ειδικότερα, ο φορολογούμενος που έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του υποχρεούται να δηλώνει όλα τα εισοδήματά του, πραγματικά ή τεκμαρτά, τα φορολογούμενα με οποιονδήποτε τρόπο (π.χ. βάσει κλιμακίων ή αυτοτελώς) ή απαλλασσόμενα. Εξαιρετικά, δεν υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης οι φορολογούμενοι που έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους και δεν αποκτούν πραγματικό ή τεκμαρτό εισόδημα και οι κεκαρμένοι μοναχοί για το καθαρό ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται σε αυτούς κατά το χρονικό διάστημα που διατηρούν την ανωτέρω ιδιότητα, εφόσον αυτό δεν υπερβαίνει το ποσό των εννέα χιλιάδων πεντακοσίων (9.500) ευρώ.

............................

Διευκρινίζεται ότι, με τις κοινοποιούμενες διατάξεις δεν προβλέπεται, πλέον, εξαίρεση από την υποχρέωση υποβολής δήλωσης για τα ενήλικα τέκνα (π.χ. φοιτητές κ.λπ.), ακόμα και εάν αυτά αναγνωρίζονται ως εξαρτώμενα μέλη του φορολογούμενου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 του παρόντος Κώδικα, εφόσον αποκτούν εισόδημα».

Ακόμα στις οδηγίες για τη συμπλήρωση της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων φορολογικού έτους 2014, που έδωσε η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, εκτός των άλλων, αναφέρει ότι, υποχρέωση να υποβάλλει φορολογική δήλωση (Έντυπο Ε1), έχει κάθε φυσικό πρόσωπο, εφόσον έχει την κατοικία του στην Ελλάδα, έχει συμπλήρωση το 18ο έτος της ηλικίας του και αποκτά πραγματικό ή τεκμαρτό εισόδημα, ανεξάρτητα απο το αν είναι εξαρτώμενο μέλος ή όχι.

3. Δήλωση εισοδήματος ανήλικου τέκνου

Σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 3 του άρθρου 11 του Ν. 4172/2013, το εισόδημα των ανήλικων τέκνων προστίθεται στα εισοδήματα και φορολογείται στο όνομα του γονέα που ασκεί τη γονική μέριμνα και σε κάθε περίπτωση στο όνομα του συζύγου, ο οποίος θεωρείται κατ΄ αρχήν υπόχρεος για την υποβολή της δήλωσης.

Τα παραπάνω δεν έχουν εφαρμογή για τις ακόλουθες κατηγορίες εισοδημάτων σχετικά με τα οποία το ανήλικο τέκνο υπέχει δική του φορολογική υποχρέωση:

α) το εισόδημα που αποκτά το ανήλικο από εργασιακή σχέση, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 12 (παροχή προσωπικής εργασίας),

β) συντάξεις που περιήλθαν στο ανήλικο τέκνο, λόγω θανάτου του πατέρα ή της μητέρας του.

Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση που ανήλικο άγαμο τέκνο υποβάλλει ξεχωριστή φορολογική δήλωση για κάποια από τις παραπάνω δύο περιπτώσεις, τότε στη δήλωση του περιλαμβάνεται κάθε εισόδημα αυτού όπως π.χ. το εισόδημα που προέρχεται από περιουσιακά στοιχεία που περιήλθαν σε αυτό από περιουσιακά στοιχεία που περιήλθαν σε αυτό από χαριστικές παροχές από τους γονείς του, καθώς και το αντίστοιχο υποκατάστατο τους.

Επισημαίνεται ότι, στην ΠΟΛ. 1132/2015, με την οποία τροποποιείται η ΠΟΛ. 1088/2015, αναφέρεται ότι κατά τη συμπλήρωση της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος η αναγραφή του ΑΦΜ είναι υποχρεωτική μόνο για τα εξαρτώμενα μέλη άνω των 18 ετών, ενώ για τα προστατευόμενα τέκνα κάτω των 18 ετών είναι προαιρετική. Σε περίπτωση που τα ανήλικα προστατευόμενα τέκνα είναι υπόχρεα σε υποβολή δήλωσης θα συμπληρώνεται η σχετική ένδειξη στον πίνακα 8 και υποχρεωτικά ο ΑΦΜ τους.

4. Συμπεράσματα

α) Ενήλικα τέκνα που αποκτούν πραγματικό ή τεκμαρτό εισόδημα και παράλληλα πληρούν όλες τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστούν εξαρτώμενα μέλη, έχουν υποχρέωση χωριστής υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος στην οποία περιλαμβάνεται κάθε εισόδημα τους. Στην περίπτωση αυτή θα αναγραφούν και στον πίνακα 8 του εντύπου Ε1 του γονέα ως εξαρτώμενα μέλη.

β) Ενήλικα τέκνα που δεν αποκτούν πραγματικό ή τεκμαρτό εισόδημα και πληρούν τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστούν εξαρτώμενα μέλη (π.χ. φοιτητές έως 25 ετών), δεν έχουν υποχρέωση χωριστής υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.

γ) Ανήλικα τέκνα που το εισόδημα τους προέρχεται από την παροχή προσωπικής εργασίας ή την λήψη σύνταξης λόγω θανάτου του πατέρα τους ή της μητέρας τους και παράλληλα πληρούν όλες τις προϋποθέσεις για να θεωρηθούν εξαρτώμενα μέλη, έχουν υποχρέωση χωριστής υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος στην οποία περιλαμβάνεται κάθε εισόδημα τους. Στην περίπτωση αυτή θα αναγραφούν και στον πίνακα 8 του εντύπου Ε1 του γονέα ως εξαρτώμενα μέλη.

δΑνήλικα τέκνα που αποκτούν εισόδημα και το οποίο δεν προέρχεται από την παροχή προσωπικής εργασίας ή την λήψη σύνταξης λόγω θανάτου του πατέρα τους ή της μητέρας τους και παράλληλα πληρούν όλες τις προϋποθέσεις για να θεωρηθούν εξαρτώμενα μέλη, δεν έχουν υποχρέωση χωριστής υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος στην οποία περιλαμβάνεται κάθε εισόδημα τους.

Πηγή: www.e-forologia.gr

24/02/2016

contract2

Στην Ελληνική οικονομία, ο νόμος επιτρέπει τη σύναψη δανειακής σύμβασης μεταξύ ιδιωτών. Μάλιστα, ο υπόλοιπος αναπτυγμένος ή αναπτυσσόμενος κόσμος αναγνωρίζοντας την ανάγκη των ιδιωτών να εξεύρουν και άλλες μεθόδους χρηματοδότησης εκτός των τραπεζικών ιδρυμάτων, έχει επιτρέψει την χρηματοδότηση και από άλλα σχήματα πέραν των τραπεζικών με μεγάλη μάλιστα επιτυχία. Ας μείνουμε όμως στα ελληνικά δεδομένα. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που οι φορολογούμενοι για κάλυψη τεκμηρίων απόκτησης περιουσιακών στοιχείων ή τεκμηρίων διαβίωσης επικαλούνται δάνεια που συνήφθησαν μεταξύ ιδιωτών. Ένα σύνολο προϋποθέσεων απαντούν στο ερώτημα πότε μπορεί το δάνειο μεταξύ ιδιωτών να προταχθεί από τον φορολογούμενο για κάλυψη τεκμηρίων.

Σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα και το άρθρο 806: «Με τη σύμβαση του δανείου ο ένας από τους συμβαλλομένους μεταβιβάζει στον άλλον κατά κυριότητα χρήματα ή άλλα αντικαταστατά πράγματα, και αυτός έχει υποχρέωση να αποδώσει άλλα πράγματα της ίδιας ποσότητας και ποιότητας.». Το δάνειο αποτελεί παραδοτική σύμβαση και ως τέτοια ανήκει στην κατηγορία των αμφοτεροβαρών συμβάσεων. Ο Αστικός Κώδικας δεν ορίζει συγκεκριμένο τύπο για την κατάρτιση του δανείου οπότε μπορεί να καταρτιστεί έγγραφα ή και προφορικά. (βλ. και ΑΚ 158).

Α. Είδη δανείων

Τα δάνεια χωρίζονται σε δύο κύριες κατηγορίες, τα ιδιωτικά και τα επιχειρηματικά.

eidh daneiwn

Β.  Έγγραφη ή προφορική δανειακή σύμβαση

1. Η δανειακή σύμβαση μπορεί να καταρτισθεί εγγράφως ή προφορικά. Σε περίπτωση που γίνει προφορική κατάρτιση της σύμβασης τότε δεν οφείλεται τέλος χαρτοσήμου αλλά τίθενται ζητήματα απόδειξης για τον δανειστή ως προς την απαίτησή του.  Απεναντίας, με την ύπαρξη ιδιωτικού συμφωνητικού καθορίζονται επακριβώς σημαντικά στοιχεία της δανειακής σύμβασης  όπως ο σκοπός του δανείου, το επιτόκιο (εντός του νόμιμου ορίου), ο αριθμός και η περιοδικότητα των δόσεων, επιπλέον όροι όπως ποινικές ρήτρες κλπ. Σαν έγγραφο που αποδεικνύει τη σύμβαση λογίζεται και κάθε σχετική εγγραφή στα βιβλία των επιτηδευματιών (άρθρο 12 Ν.Δ. 3717/1957).2

Γ. Επίκληση δανείου για κάλυψη τεκμηρίων

Για να χρησιμοποιηθεί το δάνειο υπό την μορφή ιδιωτικού συμφωνητικού για κάλυψη τεκμηρίων θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά και οι παρακάτω προϋποθέσεις:
i. Ο σκοπός του δανείου να έχει σχέση με το επικαλούμενο τεκμήριο προς κάλυψη
ii. Το έγγραφο πρέπει να φέρει βέβαια χρονολογία θεωρημένη από αρμόδια αρχή
iii. Το δάνειο να έχει ληφθεί πριν την πραγματοποίηση της σχετικής δαπάνης (εφόσον το επικαλούμαστε για κάλυψη τεκμηρίου)

iv. Η μη εικονικότητα αυτού. Αυτή μπορεί να αποδειχθεί από το αν ακολουθήθηκαν άλλες ενέργειες που προβλέπει ο νόμος για τη σύναψη ιδ. Δανείου (πχ χαρτοσήμανση, καταβολές δόσεων αποπληρωμής κλπ). Αν τα παραπάνω ισχύουν σωρευτικά,  η μη χαρτοσήμανση του δανείου μπορεί να παραβλεφθεί και να γίνει δεκτή η κάλυψη τεκμηρίου από τη Δ.Ο.Υ.

Θα θέλαμε να τονίσουμε σε αυτό το σημείο πως ελεγκτές της εφορίας κατά καιρούς κάνουν αποδεκτά αποδεικτικά από εμβάσματα τραπέζης ή άλλα σχετικά έγγραφα παρεπόμενα μια τραπεζικής συναλλαγής, ως απόδειξη σύναψης δανειακής σύμβασης του συναλλασσόμενου. Έτσι ενίοτε ο φορολογούμενος μπορεί να καλύψει τα τεκμήριά του. Όμως δυστυχώς δεν υπάρχει πάγια τακτική από πλευράς Φορολογικής Διοίκησης στην αξιολόγηση τέτοιων τραπεζικών αποδεικτικών. Η θέση μας είναι δεν είναι δυνατόν από άποψη ισονομίας μεταξύ των φορολογούμενων να μην υπάρχει ομοιόμορφη αντιμετώπιση αντίστοιχων περιπτώσεων από όλους τους ελεγκτές και καλούμε το Υπουργείο να εκδώσει σχετική Εγκύκλιο οδηγία για να διασαφηνίσει το θέμα αυτό οριστικά.

Δ. Θεώρηση στη ΔΟΥ - Απόδοση χαρτοσήμου

Η υποχρέωση θεώρησης αφορά τους επιτηδευματίες (πλέον ασκούντες επιχειρηματική δραστηριότητα) και όχι τα λοιπά  φυσικά πρόσωπα οι οποίοι δεν υποβάλλουν για θεώρηση τη σύμβαση αυτή. Ουσιαστικά η θεώρηση του εγγράφου στην Δ.Ο.Υ. αποτελεί η χαρτοσήμανση του δανείου η οποία πρέπει να λάβει χώρα εντός 5 ημερών από την κατάρτιση και υπογραφή του δανείου. Σε περίπτωση σύναψης δανείου μεταξύ ιδιωτών που λειτουργούν ως επιτηδευματίες υποχρεούται βάσει της παρ.16, άρθρου 8 του Ν.1882/1990 για την υποβολή του εν λόγω δανείου στην τριμηνιαία κατάσταση συμφωνητικών (η υποβολή τους γίνεται πλέον ηλεκτρονικά μέσω gsis-ΦΕΚ Β 246/17.2.2015). Η μη υποβολή του δεν επηρεάζει την ισχύ του δανείου όσον αφορά το δικαστικό επίπεδο διεκδικήσεων (ΑΠ 1638/2001).

Δ. Χαρτοσήμανση και απόδοση χαρτοσήμου

Τα δάνεια μεταξύ ιδιωτών και μεταξύ ιδιώτη και επιτηδευματία υπόκεινται σε τέλος χαρτοσήμου 3% (+20% υπέρ ΟΓΑ) σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15 παρ. 5 γ, 15 παρ. 1α , 13 παρ. 1α, του Κώδικα Χαρτοσήμου. Το χαρτόσημο αυτό είναι αναλογικό καθώς υπολογίζεται επί της χρηματικής αξίας που αναφέρεται στη δανειακή σύμβαση (άρθρο 2 του Π.Δ. της 28.7.1931). Χαρτόσημο επίσης οφείλεται και από την εξόφληση των τόκων της δανειακής σύμβασης. Τα δάνεια που συνάπτονται και εκτελούνται στην αλλοδαπή απαλλάσσονται του τέλους χαρτοσήμου (οι καταβολές του δεν γίνονται σε ημεδαπό τραπ. κατάστημα).

Επιπλέον αν συναφθεί έντοκο δάνειο και το προϊόν του δανείου ο οφειλέτης το δανειοδοτήσει περαιτέρω σε τρίτους εντόκως, θα οφείλονται τέλη χαρτοσήμου επί των τόκων και των δύο δανείων, γιατί απορρέουν από δύο διαφορετικές και αυτοτελείς δανειακές συμβάσεις. Όσον αφορά τα δάνεια στα οποία συμβάλλεται άτομο με την επιχειρηματική του ιδιότητα , η απόδοση του οφειλόμενου χαρτοσήμου γίνεται εντός του πρώτου δεκαπενθήμερου του επόμενου μήνα που έγινε η εγγραφή στα λογιστικά βιβλία (άρθρο 3 του Π.Δ. της 28.7.1931). Το αποδεικτικό πληρωμής υπέρ Δημοσίου για το τέλος χαρτοσήμου πρέπει να αναφέρει τα ουσιώδη στοιχεία της δανειακής σύμβασης και να προσαρτάται επί αυτής. Υπόχρεος απόδοσης χαρτοσήμου είναι αυτός που καθορίζεται ελεύθερα από την σύμβαση. Σε περίπτωση μη καθορισμού αυτό καταβάλλεται από τον οφειλέτη του δανείου.

Ε. Υπολογισμός, δήλωση και φορολόγηση τόκων. Ύψος επιτοκίου και άτοκος δανεισμός.

Εκτός από την υποχρέωση απόδοσης του κεφαλαίου, ο δανειολήπτης ενδέχεται να υποχρεούται σε καταβολή τόκων.

Ε1. Άτοκο δάνειο

Τόκοι δεν οφείλονται οπωσδήποτε, το δάνειο δηλαδή, καθαυτό, μπορεί να είναι άτοκο. Ακόμη και σε περίπτωση άτοκου δανείου, αν ο οφειλέτης καταστεί υπερήμερος ως προς την αποπληρωμή του, ο δανειστής μπορεί να απαιτήσει τόκους υπερημερίας. Το επιτόκιο πρέπει να συμβαδίζει των συναλλακτικών ηθών και να μην είναι καταχρηστικό. Αν το δάνειο είναι άτοκο η φορολογική αρχή μπορεί να αναζητήσει τεκμαρτούς τόκους ως εισόδημα του δανειστή. Οι τεκμαρτοί τόκοι μπορεί να υπολογιστούν βάσει του ελάχιστου επιτοκίου που ισχύει στα έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου τρίμηνης διάρκειας παρά την μη πρόβλεψη που υπάρχει για το θέμα αυτό στον Ν.4172/2013.

Ε2.Φορολόγηση έντοκου δανείου

Οι τόκοι θα φορολογηθούν στο όνομα του δανειστή ως εισόδημα, βάσει των διατάξεων της παρ.2 του άρθρου 40 του ΚΦΕ, με συντελεστή 15%. Στους φορολογητέους τόκους συμπεριλαμβάνονται και τυχόν τόκοι υπερημερίας που μπορεί να απορρέουν από το ιδιωτικό συμφωνητικό.

Ε3. Φορολογική δήλωση εισοδήματος από τόκους

Το ποσό του δανείου που θα δοθεί από τον δανειστή στον δανειζόμενο αποτελεί τεκμήριο διαβίωσης και θα πρέπει να δικαιολογείται από τα εισοδήματα του έτους ή από εισοδήματα παρελθόντων ετών και θα καταχωρηθεί στην δήλωση της οικείας χρονιάς  στον κωδικό 759-760 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος το ποσό που αφορά το χρεολύσιο στον κωδικό  781-782 και το ποσό των τόκων στους κωδικούς 667-668.

Από την πλευρά του δανειζόμενου το ποσό της επιστροφής του δανείου και οι τόκοι-τόκοι υπερημερίας που μπορεί να προκύψουν από αυτό αποτελεί τεκμήριο και θα καταχωρηθεί στους κωδικούς 727-728 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Στην περίπτωση που το δάνειο είναι άτοκο ως τοκοχρεωλυτική απόσβεση δανείου και συνεπώς ως τεκμήριο διαβίωσης θα υπολογιστεί μόνο το ποσό της αποπληρωμής δόσης του δανείου. Το αρχικό ποσό του δανείου που θα χρησιμοποιηθεί ως κάλυψη τεκμηρίων θα καταγραφεί στον κωδικό 781-782.

1Επιχειρηματικά είναι τα δάνεια που χορηγούνται προς ατομικές επιχειρήσεις, προσωπικές εταιρίες και κεφαλαιουχικές εταιρείες. Ας σημειώσουμε εδώ πως το δάνειο που λαμβάνει η ατομική επιχείρηση-ελεύθερος επαγγελματίας είναι επιχειρηματικό εφόσον σκοπός του είναι η υποστήριξη των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων. Το παραπάνω υπήρξε ζήτημα που απασχόλησε έντονα τα δικαστήρια καθώς πολλοί υπήρξαν οι επαγγελματίες που για να ενταχθούν στον νόμο Κατσέλη προσπάθησαν να παρουσιάσουν τον δανεισμό τους ως ιδιωτικό και όχι επιχειρηματικό.

2Εδώ υπάρχει ένα θέμα για το αν καταγραφή που έγινε σε βιβλία εταιρείας για δανειακή σύμβαση (που μπορεί να καταρτίστηκε και να εξοφλήθηκε στο εξωτερικό) τεκμαίρεται ότι η σύμβαση αυτή καταρτίστηκε στην Ελλάδα οπότε φορολογείται και στην Ελλάδα, μια άποψη που εντάσσεται στην πάγια θέση της Διοίκησης ότι θεωρεί εκ των προτέρων φοροφυγά τον ιδιώτη επιχειρηματία και τον υποχρεώνει να αποδεικνύει την αθωότητά του αντί η αθωότητά του να αποτελεί το τεκμήριο. Προτείνουμε να ανατρέξετε στις αποφάσεις του ΣτΕ 3639/2013 και ΣτΕ 124/2014 όπου υποστηρίζεται πως το τέλος χαρτοσήμου είναι καταβλητέο επί συμβάσεων των οποίων η εξόφληση γίνεται στην Ελλάδα (ακόμη κι αν η εντολή του εμβάσματος δίδεται από το εξωτερικό αλλά ο τελικός παραλήπτης λογαριασμός είναι ελληνικός).

Πηγή: www.taxheaven.gr 

top